ΕΝΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΠ.ΒΡΑΧΙΟΛΙΔΗ
ΕΝ» ΕΞΕΛΙΞΕΙ.
Παρακαλούνται οι έχοντες και κατέχοντες στοιχεία για δημοσιογράφους του χθες και του σήμερα να στέλνουν το υλικό τους, στην pressliberty@gmail.com. Ευχαριστούμε…
Πρόκειται για πολύτιμο έργο, που μετά την επεξεργασία του ,θα εκδοθεί και σε τόμο!
Ας μην εκπλαγεί ο αναγνώστης με τις ατέλειες (αισθητικές κυρίως )που θα συνατήσει εδώ. Η μεταφορά από αρχείο σε αρχείο τα έχει αυτά.
Οι ανθολογούμενοι, ούτε αλφαβητικά, ούτε χρονολογικά, ούτε αξιολογικά ασφαλώς παρουσιάζονται εδώ.. Μπαίνουν απλά σκόρπια , κι όπως φθάνουν τα στοιχεία σε μας.. Η ταξινόμηση θα γίνει σε άλλη φάση. Ούτε φυσικά να απορήσετε διότι οι τίτλοι αλλού είναι μεγάλοι κι αλλού μικροί… Δεν συμβαίνει τίποτε .. Απλώς είναι καμώματα των υπολογιστών μας… Είπαμε σιγά-σιγά όλα θα κωδικοποιηθούν…εν τάξει ..ορθόδοξο!
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Πάντειο ΑΣΠΕ. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες και στα περιοδικά «Επίκαιρα» και «Ταχυδρόμος». Ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας «Έθνος» κάλυψε τα πολεμικά γεγονότα από τα μέτωπα του Γράμμου, του Λιβάνου, του πολέμου των «Επτά ημερών» στο Ισραήλ και της Κορέας. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Έχει γράψει πολλά λογοτεχνικά, ιστορικά και δημοσιογραφικά βιβλία. Έχει τιμηθεί με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών και με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος. Τιμήθηκε, επίσης με πολεμικά παράσημα και μετάλλια.
Ο Γιώργος Καράγιωργας, δημοσιογράφος και συγγραφέας πολλών λογοτεχνικών και ιστορικών βιβλίων, τιμημένος με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών και το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, αποφάσισε να εκδώσει αστυνομικό μυθιστόρημα. Θέλοντας να μιλήσει για την υψηλή αθηναϊκή κοινωνία, τον χώρο του πλούτου, βάζει τον αστυνόμο Δημήτρη Ραζή να ερευνήσει τη δολοφονία του επιχειρηματία Στέφανου Πλατή στην έπαυλή του στο Σούνιο. Είναι η αρχή μιας σειράς δολοφονιών και μιας σκοτεινής ιστορίας στην οποία εμπλέκονται μια «νεραϊδόμορφη» γυναίκα, η Στέλλα Ζαρίφη, αρκετοί ύποπτοι, κακοί και καλοί ήρωες, έντιμοι αστυνομικοί. Ατυχώς το μυθιστόρημα θυμίζει το παλιό στυλ της δεκαετίας του ’60 (κατάχρηση επιθέτων, καλολογικά στοιχεία κτλ.) και σε αυτό δεν ανιχνεύονται ούτε πολιτικές ούτε κοινωνικές επισημάνσεις. Μάλλον είναι γραμμένο πριν από αρκετά χρόνια διότι συναντάμε ηλεκτρόφωνα και ενωμοτάρχες της Χωροφυλακής, ενώ οι συναλλαγές γίνονται σε λίρες και υπάρχει αναφορά στον αστέρα του Χόλιγουντ Αλαν Λαντ. Ωστόσο η πλοκή του είναι ενδιαφέρουσα και σε άλλη περίπτωση θα άξιζε τον κόπο η ανάγνωσή του. Σήμερα όμως η αστυνομική λογοτεχνία έχει προχωρήσει σημαντικά και το ερώτημα «ποιος είναι ο δολοφόνος» δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την ύπαρξη ενός παρόμοιου μυθιστορήματος.
«Οταν ήμουν στον ΑΝΤ1 έβλεπα καθημερινά έναν μύθο του ρεπορτάζ της ελληνικής δημοσιογραφίας. Τον Γιώργο Καράγιωργα. Δεν μπορώ να υπολογίσω την ηλικία του, αλλά ήταν πολύ μεγάλος… Να φαντασθείτε ότι είχε καλύψει την πόλεμο της Κορέας. Ο Μίνως Κυριακού τον αγαπούσε και πάντα τον είχε σε διάφορες διοικητικές θέσεις…
Ο Καραγιωργας λοιπόν παλλικαράκι κανονικό… με τα τζούντο του… με τα γρήγορα αυτοκίνητά του… απίστευτος… Με τις ώρες μας έλεγε ιστορίες από πολεμικές ανταποκρίσεις άλλων δεκαετιών. Τον έβλεπες ότι έλαμπε το μάτι του…
Οι παρατηρήσεις του ήταν πάντα εύστοχες και διδακτικές.
Δεν φαντάζεστε πόσες φορές είπα σε διευθυντές φίλους μου…
-Ρε σεις στείλτε τον Καραγιωργα σε μια αποστολή εδώ γύρω… θα κάνει τρομερό ρεπορτάζ… στείλτε τον σε έναν φόνο στην Αττική…
Ολοι με κοιτάγανε γελώντας…
Θέλω λοιπόν να τα δοκιμάσω αυτα τα “παλικαράκια” και τις “μικρούλες” που ασφυκτιούν. Ολοι τους έχουν εκπαιδευθεί στην ευθύνη και αυτό είναι κάτι που λείπει από το ελληνικό διαδίκτυο.»
—————————————–
Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος (1928) είναι Έλληνας δημοσιογράφος.
Γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1928 στην Αθήνα και το 1943 φυλακίστηκε από τους Γερμανούς στις φυλακές Αβέρωφ. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινήδιαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην επιστροφή του Μακαρίου από το εξωτερικό και στην ήττα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Με το ξέσπασμα της δικτατορίας το 1967, καταφεύγει στηΔανία και στη συνέχεια για τις ΗΠΑ, όπου θα αναπτύξει σημαντική αντιδικτατορική δράση. Αφορμή για να δραπετεύσει από την Ελλάδα στάθηκε η κλήση του από τον Ου Θαντ, γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, προκειμένου να εκπροσωπήσει τον ελληνικό τύπο στο 6ο Διεθνές Συνέδριο του Οργανισμού στη Βαρσοβία της Πολωνίας. Μετά από αρκετές περιπέτειες η ελληνική κυβέρνηση έδωσε την άδεια για να ταξιδέψει στο εξωτερικό.[1] Εκεί κατόπιν συνεννόησης με τον πρωθυπουργό της Δανίας φυγαδεύθηκε μέσω της δανικής πρεσβείας για τη Δανία.
Στις ΗΠΑ ο Δημητρακόπουλος έγινε πολιτικός σύμβουλος του γερουσιαστή και υποψηφίου προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Μαγκόβερν, και προσπάθησε να συντονίσει τον αντιδικτατορικό αγώνα στις ΗΠΑ ερχόμενος σε επαφή με πολλούς αμερικανούς πολιτικούς όπως ο Τεντ Κέννεντυ κ.α.. Ήταν αυτός δε που αποκάλυψε τη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας του Νίξον από τον Τομ Πάπας.[1] Για τη δράση του τού αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια, ενώ υπήρξαν σκέψεις ακόμα και για τη δολοφονία του. Στα αρχεία του συμβουλίου Ασφαλείας υπήρχε φάκελος με τον τίτλο Θάνατος του Δημητρακόπουλου σε ελληνικές φυλακές, φάκελος όμως ο οποίος δεν εντοπίστηκε καθώς τον είχε πάρει ο Χένρυ Κίσσινγκερ, φεύγοντας από την εξουσία. Μετά την κατάρρευση της Χούντας επέστρεψε στην Ελλάδα. Για την προσφορά του τιμήθηκε από τον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κάρολο Παπούλια, με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα σε ειδική τελετή που πραγματοποιήθηκε στην ελληνική πρεσβεία στις ΗΠΑ.[2] Παρόντες ήταν ο γερουσιαστής Μαγκόβερν, ο βραβευμένος με Πούλιτζερ, Σέιμουρ Χερς, Κρίστοφερ Χίτσενς κ.α.[2]
Σήμερα κατοικεί μόνιμα στην Ουάσινγκτον. Έχει συγγράψει το βιβλίο «Η Απειλή Δικτατορίας», το οποίο εκδόθηκε τη δεκαετία του 1960 και τόνιζε τον κίνδυνο επιβολής στρατιωτικού καθεστώτος. (ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ)
Νίκος Χατζηνικολάου είναι δημοσιογράφος και παρουσιαστής ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού Alter Channel. Γεννήθηκε το 1962 στηνΑλεξανδρούπολη του Έβρου. Ο πατέρας του, Παναγιώτης Χατζηνικολάου, ήταν βουλευτής και υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης με το κόμματης Νέας Δημοκρατίας. Μέχρι τα 16 του χρόνια ζούσε στη Θεσσαλονίκη.
Σπουδές
Το 1980 πέρασε με πανελλήνιες εξετάσεις στην Πάντειο Σχολή Αθηνών και μετακόμισε στην Αθήνα. Στα μαθητικά χρόνια του ήταν γραμματέας της μαθητικής παράταξης της ΝΔ (ΜΑΚΙ) και στα φοιτητικά επικεφαλής της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ.[1]. Δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του – ήδη ως φοιτητής άρχισε να εργάζεται στην έντυπη δημοσιογραφία.
Επαγγελματική καριέρα
Ξεκίνησε την δημοσιογραφική του καριέρα στα μέσα της δεκαετίας του 1980, στην εφημερίδα Μεσημβρινή ως φοιτητής. Ασχολήθηκε με πολιτικό ρεπορτάζ και σε νεαρή ηλικία κέρδισε το βραβείο του Ιδρύματος Μπότση, για την επιτυχία της συνέντευξης του Ευάγγελου Αβέρωφ. Στα ηλεκτρονικά μέσα ξεκίνησε κάνοντας εκπομπή στον ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9,84. Από το έτος 1989 εργαζόταν στον τηλεοπτικό σταθμό Mega Channel. Για 12 χρόνια παρουσίαζε την εκπομπή Ενώπιος ενωπίω, παράλληλα με το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του σταθμού, έως και τον Σεπτέμβριο του 2003, οπότε και παραιτήθηκε μετά από διαφωνία με μεγαλοστελέχη. Έχει συνεργαστεί με τις εφημερίδες Ακρόπολη της Κυριακής, Μεσημβρινή, Έθνος, όπως και με τα περιοδικά Ένα και Status.
Το έτος 2006 ήταν και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων σύμβουλος του τηλεοπτικού σταθμού Αlpha, όπως και του ραδιοφωνικού σταθμού του ομίλου, «Alpha 98,9». Μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου 2007, παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του «Alpha» μαζί με την δημοσιογράφο Μάρα Ζαχαρέα. Επίσης είχε αναλάβει δύο ακόμη ενημερωτικές εκπομπές του σταθμού, που λέγονται «Αντιγνωμίες» και «Πρόσωπα». Η εκπομπή «Αντιγνωμίες» περιείχε αναλύσεις επίκαιρων ειδήσεων, κυρίως πολιτικών. Η εκπομπή Πρόσωπαασχολείται με συνεντεύξεις διάσημων και αρκετά καταξιωμένων προσώπων.
Από τον Μάρτιο του 2007 υπέγραψε ετήσιο συμβόλαιο συνεργασίας με τον τηλεοπτικό σταθμό Alter Channel για την παρουσίαση του καθημερινού κεντρικού δελτίου ειδήσεων και παράλληλα την ενημερωτική εκπομπή «Πρόσωπο με πρόσωπο». Το 2009 ίδρυσε το ραδιοφωνικό σταθμό «Real Fm» και την εβδομαδιαία εφημερίδα Real News[2].
Φωτεινή Πιπιλή δημοσιογράφος και σύμβουλος επικοινωνίας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα ρεπόρτερ στην ελληνική τηλεόραση (1973). Με το όνομα Φωτεινή Ανδρέου παρουσίαζε το 1972-73 ρεπορτάζ στην δημοσιογραφική εκπομπή της ΥΕΝΕΔ Σήμερα[1]. Έχει παρουσιάσει πολλές τηλεοπτικές εκπομπές στην δημόσια, ιδιωτική τηλεόραση και έχει διατελέσει αρχισυντάκτρια δελτίου ειδήσεων στην ΕΡΤ. Παράλληλα με την τηλεοπτική της καριέρα συμμετείχε ενεργά στο Γυναικείο Κίνημα. Έχει συνεργαστεί με εφημερίδες και περιοδικά ενώ πολύχρονη είναι η καθημερινή ραδιοφωνική παρουσία της στους ραδιοφωνικούς σταθμούς «Αντένα», «Πλάνετ». Έχει τιμηθεί με το βραβείο Μπότση για το καλύτερο τηλεοπτικό ρεπορτάζ και δύο φορές από το Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας με τη «Χρυσή Πένα». Τον Ιούνιο του 2002 ορίστηκε μέλος του διοικητικου συμβουλίου της Εταιρείας Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων αρμόδια για θέματα επικοινωνίας.
Σεραφείμ Φυντανίδης
Σεραφείμ Φυντανίδης, του Δημητρίου,
Έλληνας δημοσιογράφος και παλαιότερα διευθυντής σύνταξης εφημερίδων.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στο Περιστέρι τον Μάρτιο του 1937. Το 1960 έλαβε πτυχίο της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ). Αρχικά εργάστηκε στηνεφημερίδα Έθνος ως συντάκτης την περίοδο 1957 – 1968.
Στην περίοδο της Χούντας από το 1968 μέχρι το 1974 εργάστηκε στη Απογευματινή στην αρχή ως υπεύθυνος ύλης και αργότερα ως αρχισυντάκτης.
Από το 1974 μέχρι τον Ιούνιο του 1976 υπήρξε διευθυντής σύνταξης στην Ακρόπολη. Από τον Ιούνιο του 1976 μέχρι τις 27 Απριλίου του 2007, ήταν διευθυντής της απογευματινήςΕλευθεροτυπίας. Από την τελευταία του θέση παραιτήθηκε, κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες, λόγω άρνησής του για περικοπή μισθού του.
Σήμερα είναι συνεργάτης της κρατικής τηλεόρασης και παρουσιαστής εκπομπής. Τελευταία το όνομά του ενεπλάκη σε πίνακα με τους πλέον υπεραμειβόμενους δημοσιογράφους. Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) και ομιλεί επίσης αγγλικά.
Είναι παντρεμένος και είναι μόνιμος κάτοικος Παλαιού Φαλήρου. Διατηρεί εξοχική κατοικία στη Τήνο που επισκέπτεται συχνά.
Νίκος Τσεκούρας
O Νίκος Τσεκούρας (1911–2009) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Ήταν μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων και της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου. Γεννήθηκε στην Αθήνα το Μάρτιο του 1911. Έκανε το ντεμπούτο του σαν θεατρικός συγγραφέας, τον Μάιο του 1940 με την κωμωδία «Ανθρωπος είμαι κι εγώ». Μετά από μία μακρά συγγραφική πορεία που περιλάμβανε θεατρικά έργα, κινηματογραφικά σενάρια και συνεργασίες σε περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας πέθανε σε ηλικία 98 ετών τον Μάρτιο του 2009
Βιογραφικά στοιχεία
O Νίκος Τσεκούρας γεννήθηκε στην Αθήνα το Μάρτιο του 1911, από πατέρα ορμώμενο εξ Ευβοίας. Ο πατέρας του, Στυλιανός, πέθανε νωρίς κι ο νεαρός Νίκος αναγκάστηκε να επωμισθεί τις ευθύνες της οικογενειακής βιοτεχνίας παραγωγής αρωματικών σαπουνιών σε ηλικία μόλις 18 ετών – χωρίς να έχει την παραμικρή έφεση. Στο γραφειο της επιχείρησης, αντί να κοιτάζει τους λογαριασμούς, έγραφε ποιήματα.
Ετσι η οικογένεια έχασε το εργοστάσιο και ο Νίκος μπήκε στο δρόμο του: φανατικός φυσιολάτρης, είχε πάρει ήδη τα βουνά, και σε λίγο έγινε εκδότης (!), μαζί με τον Κλεόβουλο Δενδρινό και τον Κώστα Χρηστίδη, του περιοδικού «Εκδρομικά» (το πρωτο φυσιολατρικό-ορειβατικό περιοδικό που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα) και αργότερα του περιοδικού «Καραμπόλα» που κυκλοφορούσε όποτε κατάφερνε η φυσιολατρική παρέα να εξοικονομήσει λίγα χρήματα για το χαρτί!
Η πρώτη του συνεργασία με πληρωμή, όταν εγκατέλειψε το σαπουνάδικο για να γίνει δημοσιογράφος, ηταν για τους «Αθλους του ενωμοτάρχη Φουντοτσάρουχου» (γραφικός τύπος επαρχιακού χωροφύλακα, εμπνευσμένος από τις «ιστορίες του χωριού» του ΣΤΑΜ-ΣΤΑΜ) που δημοσιεύονταν στο περιοδικό ΕΒΔΟΜΑΔΑ, προκαλώντας μεγάλο σπαζοκεφικό ενδιαφέρον.
Η αγάπη του για το θέατρο φάνηκε από πολύ νωρίς. Τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής του, τα πέρασε στην οδό Κουμουνδούρου ακριβώς απέναντι από την είσοδο των ηθοποιών του Εθνικού Θεάτρου. Οπως γράφει ο ίδιος: «…τα βράδυα, πριν έρθει η ώρα για το κρεβάτι, χάζευα από το παράθυρο μετρώντας τους ηθοποιούς που πήγαιναν για την παράσταση. Και ένα βράδυ, το έσκασα από το σπίτι λάθρα και έκανα το…ντεμπούτο μου στο θέατρο σαν θεατής, δρασκελώντας την αφύλακτη πόρτα των παρασκηνίων. Δεν είδα όμως όλη την παράσταση –παιζόταν το «Φυντανάκι» του Παντελή Χόρν- γιατί συγκινήθηκα τόσο πολύ από το δράμα του γερο-ταχυδρόμου Βεάκη, που άρχισα να κλαίω γοερά, με αποτέλεσμα να με πετάξουν έξω. Αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία μου με το θέατρο και με τον Βεάκη, που ύστερα από κάμποσα χρόνια θα γινόταν ο πρωταγωνιστής στο έργο μου «Αν δουλέψεις θα φάς» που με καθιέρωσε σαν θεατρικό συγγραφέα.»
Το ξεκίνημά του για την κατάκτηση της θεατρικής σκηνής έγινε με το πρωτόλειό του «100 Χιλιάρικα». Να πως το έκρινε ο πρύτανις του ελληνικού θεάτρου Γρηγόρης Ξενόπουλος , στα «Αθηναϊκά Νέα», 10/1/1936: «Ενας νέος που δεν εφάνηκε ακόμη στο θέατρο,παρά γράφει με ψευδώνυμο σε διάφορα περιοδικά, ο κ. Ν. Τσεκούρας (Τσεκό) μου έφερε να διαβάσω το πρώτο του θεατρικό έργο Το έλεγε «100 χιλιάρικα». Αρχισα να το διαβάζω δοκιμαστικά και από την πρώτη εικόνα με τράβηξε τόσο, ωστε το τελείωσα την ίδια ημέρα…»
To πρώτο έργο του που ανέβηκε στη σκηνή ήταν το σχολικό δραματάκι «Τα Σουλιωτόπουλα δεν πέθαναν». Η Επιτροπή Βράβευσης Σχολικών Εργων του υπουργείου Παιδείας (Κωστής Μπαστιάς, Λέων Κουκούλας Κωστής Βελμίρας, Γιάννης Λάμψας) του απένειμε το πρώτο βραβείο και από τότε βρίσκεται σε όλες τις σχολικές βιβλιοθήκες και παίζεται στις 25 Μαρτίου από πολλά σχολεία.
Θεατρική καριέρα
Σε ηλικία 28 ετών έκανε το ντεμπούτο του σαν θεατρικός συγγραφέας, τον Μάϊο 1940 με την κωμωδία του «Ανθρωπος είμαι κι εγώ» που ανέβηκε στο θέατρο «Λυρικό», από τον θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη και Βασίλη Λογοθετίδη. Παίχτηκε μόνον 30 ημέρες, στις παραμονές του πολέμου της Αλβανίας. Ακολούθησε ο «Μαγκούφης» που έκανε πρεμιέρα στις 23/1/41, στο θέατρο «Διάνα», με τον θίασο του Βασίλη Αργυρόπουλου. Ο συγγραφέας, φαντάρος τότε στη μονάδα προστασίας σιδηροδρόμων, το έγραψε κατά τη διάρκεια τεσσάρων ταξιδιών Αθήνα-Θεσσαλονίκη, μεσα στο τελευταίο ανοικτό βαγόνι, έτοιμος να καταρρίψει με το πολυβόλο του όποιο ιταλικό αεροπλάνο τολμούσε να πλησιάσει.
Το καλυτερο έργο του το έγραψε σε ηλικία 30 ετών. Το «Αν δουλέψεις θα φάς» έκανε πρεμιέρα στο θέατρο «Λυρικό», στις 23/7/1945 από τον θίασο Ενωμένοι Καλλιτέχνες, με τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Κώστα Γιαννίδη σους δυο βασικούς ρόλους. Σημείωσε θριαμβευτική επιτυχία και ουδέποτε έπαψε να χρησιμοποιείται σαν…σωσίβιο από επαρχιακούς θιάσους. Ο γιός του Βεάκη Γιάννης, αυτοεξόριστος λόγω φρονημάτων σκηνοθέτης, το ανέβασε στη Ρουμανία, και στις αυτάδελφες τότε κομμουνιστικές χώρες Βουλγαρία και Σερβία. Ο Αδαμάντιος Λεμός το ανέβασε στη Νέα Υόρκη για την ελληνική ομογένεια καί τότε λίγο έλλειψε να κάνει την τύχη του ο συγγραφέας: ο ελληνικής καταγωγής μάνατζερ της εταιρείας «Γουώρεν Μπράδερς» ζήτησε τα δικαιώματα του έργου για να γυριστεί ταινία.
Ο συγγραφέας έτρεξε στον Κάρολο Κουν που είχε εγκαταλείψει την έδρα του καθηγητή Αγγλικών στο Κολλέγιο και ξεκινούσε το «Θέατρο Τέχνης». Εκείνος δέχτηκε να κάνει τη μετάφραση στα Αγγλικά και σε ένα μήνα, το «Αν δουλέψεις θα φας», ταξίδευε για την Αμερική με το ταχυδρομείο. Ηταν όμως άτυχο. Οπως γράφει ο συγγραφέας «…το πογκρόμ των αριστερών συγγραφέων, ηθοποιών και γενικά των εργαζομένων στο θέαμα βρισκόταν στο ζενίθ από τον γερουσιαστή Μακάρθι που ειχε αναλάβει τον εξοστρακισμό από τη χώρα της Ελευθερίας κάθε ρέποντα στον αριστερισμό αμερικανό ή αλλοδαπό…» Το έργο είχε παιχτεί από τον γιό του Βεάκη σε κομμουνιστικές χώρες, άρα δενείχε καμία ελπίδα στις ΗΠΑ.
Ακολούθησε ο «Πομπός Ευτυχίας» που έκανε πρεμιέρα στο θέατρο «Ρεξ» στις 8/3/1946, με τον θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη και πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη. «Κομεντί πλημμυρισμένη ανθρωπιά και τρυφερότητα» το χαρακτήρισε σε χρονογράφημά του στο «Ελεύθερο Βημα» ο Παύλος Παλαιολόγος. Τρία χρόνια αργότερα (30/11/49) ανέβηκε στο θέατρο «Κεντρικό» η κωμωδία «Ο καλός καλό δε βλέπει», από τον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη. «Εχει μια τεχνική σπάνια και μιά πλοκή που θυμίζει τον Φεϋντώ», έγραψε ο Αγγελος Τερζάκης, φτασμένος συγγραφέας και εισηγητής, τότε, δραματολογίου στο Εθνικό Θέατρο. Με την επόμενη κωμωδία του «Καραντίνα στον έρωτα» που ανέβηκε στο θέατρο «Σαμαρτζή»στις 22/5/1952, έκανε το θιασαρχικό του ντεμπούτο ο Μίμης Φωτόπουλος γνωστός από τη θριαμβευτική του επιτυχία στον κινηματογράφο, στις ταινίες της «ΦΙΝΟΣφίλμς». Μια ακόμη κωμωδία του με τίτλο «Τρείς πετεινοί σε ένα κοτέτσι» ανέβηκε στις 3/8/1955 στο θέατρο «Γκλόρια» από τον θίασο Μιράντας-Κωνσταντάρα- Μήλα.
Το έργο του «Ο Μονοσάνταλος» ανέβηκε στο «Δημοτικό θέατρο» Πειραιά στις 30/11/1955 από τον θίασο του Μάνου Κατράκη και χαρακτηρίστηκε από την κριτική ισάξιο του «Αν δουλέψεις θα φάς». Ακολούθησαν οι «Καϋμοί της λιμνοθάλασσας», παραγγελία της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης, που ανέβηκε 26-27/4/1956 σε δύο παραστάσεις στο Μεσολόγγι, στην όχθη της λιμνοθάλασσας, γράφτηκε επι τόπου σε τρείς εβδομάδες. Σκηνοθετημένο από τον Πέλο Κατσέλη, πρωταγωνιστούσε η Αλέκα Κατσέλη, με υπόθεση τους αγώνες των ντόπιων ψαράδων για ν’απαλλαγούν από την εκμετάλλευση των χονδρεμπόρων. Ειχε 15.000 θεατές και ο συγγραφέας τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο της Ιερής Πόλης και ανακηρύχθηκε επίτημος δημότης Μεσολογγίου. Το έργο εγινε και ταινία από την «ΑΝΖΕΡΒΟΣ» με τίτλο «Η λίμνη των πόθων», με πρωταγωνιστές την Γιώργο Φούντα, την Τζένη Καρέζη και την θριαμβεύτρια των Καλλιστείων 1958 «σταρ Ελλάς» Σόνια Ζωίδου. Η ταινία κέρδισε βραβεία σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ.
Εγραψε σενάρια και για άλλες ταινίες, όπως η «Ζηλιάρα», με τη Ρένα Βλάχοπούλου και τον Γιώργο Κωνσταντίνου, παραγωγή της εταιρείας «Καραγιάννης-Καρατζόπουλος» και σκηνοθεσία Κωστα Καραγιάννη. Επίσης το «Ματωμένο χώμα», με πρωταγωνιστές τον Παντελή Ζερβό και τη Νόρα Κατσέλη, σε παραγωγή και σκηνοθεσία Βαγγέλη Μελισσινού. Έγραψε επίσης το κωμικό τηλεοπτικό κωμικό σήριαλ «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» -διασκευή από θεατρικό έργο του που δεν ανέβηκε ποτέ στη σκηνή- που μεταδόθηκε σε 20 συνέχειες από το κανάλι της ΕΡΤ.
Υπάρχουν στο θεατρικό μουσείο δύο ακόμη έργα του που δεν γνώρισαν τον παράδεισο της σκηνής. Ειναι ο «Καταραμένος Αγιος», με 12 εικόνες και 30 ηθοποιούς που ζωντανεύει τη ζωή του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Κέρδισε εύφημο μνεία στον κρατικό θεατρικό διαγωνισμό. Επρόκειτο να το ανεβάσει ο Μάνος Κατράκης στο Πεδίο του Αρεως, αλλά δεν πρόλαβε γιατί αρρώστησε και ακολούθησε ο θάνατός του. Για δεύτερη φορά εγκρίθηκε από την επιτροπή του Εθνικού Θεάτρου την εποχή της χούντας των συνταγματαρχών, αλλά ήρθε η μεταπολίτευση και η νέα διοίκηση της Κρατικής Σκηνής αρνήθηκε να ανεβάσει έργο που είχε εγκριθεί από τη χουντική διοίκηση. Στο θεατρικό μουσείο αναπαύεται και ο «Πρώτος δημοκράτης», έργο επίσης πολυπρόσωπο που παρουσιάζει τη ζωή και το έργο του Ρόκου Χοϊδά, του πρώτου «κοινωνιστή-επαναστάτη», την εποχή που δεν είχε ακόμη εμφανιστεί ο κομμουνισμός. Το έργο κέρδισε έπαινο στον κρατικό θεατρικό διαγωνισμό. Τέλος, στο θεατρικό μουσείο υπάρχει και η άπαιχτη κωμωδία του «Ρήγας-ντάμα-βαλές» που είχε εγκριθεί από τον θίασο Παπάς-Λαμπέτη-Χόρν, αλλά δεν ανέβηκε ποτέ γιατί ο θίασος διαλύθηκε.
Δημοσιογραφική καριέρα
Η θεατρική καριέρα του Νίκου τσεκούρα έγινα…λάθρα -όπως γράφει ο ίδιος- κλέβοντας χρόνο από τη δημοσιογραφία που ήταν η βιοποριστική του απασχόληση. H επιτυχία του «Φουντοτσάρουχου»του άνοιξε το δρόμο γιά ν’ αρχίσει τη συνεργασία του με εύθυμες ιστορίες στα περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας «ΑΤΛΑΝΤΙΣ», «ΘΗΣΑΥΡΟΣ», «ΠΑΝΘΕΟΝ», «ΡΟΜΑΝΤΖΟ». Ακολούθησε η «ΜΑΣΚΑ» του –εκδότης ο βιβλιοπώλης Σαλίβερος και διευθυντής ο Απόσοτλος Μαγγανάρης- με τις περιπέτειες του θρυλικού «Ντετέκτιβ Χ» που τις υπέγραφε ως Νικ Χάτσετ. Οταν μετέφραζαν τις πραγματικές ιστορίες του Μπραντ Χάουζ, οι αναγνώστες της «ΜΑΣΚΑΣ» διαμαρτύρονταν, ζητώντας τα…γνήσια κείμενα! Παράλληλα συνεργαζόταν με τους εκδότες Μήτσο Δαρεμά και Ηλία Καμπανά συγγράφοντας αναγνώσματα , «Η Ιστορία της Κασσιανής», «Παραμύθια της Χαλιμάς», «Μύθοι του Λαφονταίν» λαϊκής κατανάλωσης.
Στην περίοδο της γερμανο-ιταλικής κατοχής βοήθησε στη σύνταξη της παράνομης εφημερίδα του ΕΑΜ «ΕΞΟΡΜΗΣΗ», η οποία κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι. Οταν τελείωσε ο πόλεμος, βρήκε συμπαραστάτη τον Κίμωνα Θεοδωρόπουλο (ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ «ΠΥΡΣΟΣ») και έστησαν το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ», με το σκεπτικό ότι χρειαζόταν ένα νεανικό περιοδικό για να αντικαταστήσει τη θρυλική «Διάπλαση των Παίδων» του Γρηγόρη Ξενόπουλου, ο οποίος ειχε πεθάνει στην κατοχή. Το πρώτο φύλλο ωστόσο απέτυχε και επειδή δεν υπήρχε οικονομική άνεση, ο Θεωδορόπουλος δεν μπορούσε να συνεχίσει. Τη λύση την έδωσε ο Μανώλης Σκουλούδης, προτείνοντας να αναλάβουν τη συνέχεια της έκδοσης οι Πέτρος και Σπύρος Δημητράκος, γιοί του Δημήτρη, του «Αρχαίου Εκδοτικού Οίκου» που είχε το βιβλιοπωλείο του στην πλατεία Συντάγματος.
Εγκαταλείποντας την ξεπερασμένη πιά «συνταγή» της «Διάπλασης των Παίδων» έβγαλε ένα «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» αναγεννημένο, με έγχρωμο εξώφυλλο του Αλέκου Κοντόπουλου (που έγινε τακτικός συνεργάτης του περιοδικού μαζί με άλλους μεγάλους ζωγράφους), τυπωμένο σε οφσετ, με εικονογραφημένα αναγνώσματα (τα πρώτα «κόμικς» στην Ελλάδα) . Η επιτυχία ήταν τεράστια, καθώς εξελίχθηκε σε μέσον επικοινωνίας των αναγνωστών του. Μέσα από τις στήλες της αλληλογραφίας με τη ρουμπρίκα «Μεταξύ μας» οι φανατικοί αναγνώστες του αντάλασσαν ιδέες, απόψεις και πνευματικούς διαξιφισμούς. Ανθρωποι καταξιωμένοι σήμερα στον χώρο τους, ονόματα γνωστά, θεωρούν το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» αφετηρία για την εξέλιξη της ζωής τους, σε εκείνα τα δύσκολα μετακατοχικά χρόνια. Ειναι ακόμη σήμερα (2006) ζωντανή και δραστήρια μια όμορφη παρέα «μεταξυμάχων», ο Συνδεσμος Αναγνωστών και Συνεργατών Περιοδικού Ελληνόπουλο με 150 μέλη, που ιδρύθηκε το 1986. Φαινόμενο μοναδικό για ένα περιοδικό που έκλεισε πριν από μισόν αιώνα και πλέον.
Μετά το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» ακολούθησε το «ΣΙΝΕΑΚ» χωρις ιδιαίτερη επιτυχία και στη συνέχεια το επίσης βραχύβιο «ΜΕΓΑΛΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ». Με αυτό έδωσε τέλος στην εκδοτική του καριέρα για να επιστρέψει στην δημοσιογραφία, δουλευοντας κατά διαστήματα στις εφημερίδες «ΑΘΗΝΑΪΚΗ», «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» και για 4 χρόνια ως αρχισυντάκτης στο εβδομαδιαίο «ΕΜΠΡΟΣ» του Παράσχου. Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια επανέκδοσης του περιοδικού «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», σκάρωσε το θρυλικό «ΧΤΥΠΟΚΑΡΔΙ» με χορηγό τον εκδότη Μιχο Σαλίβερο. Στο ερωτικο-σπαζοκεφικό αυτό έντυπο συνεργάστηκαν υπογράφοντας με ψευδώνυμο γνωστοί λογοτέχνες, όπως ο Μ. Καραγάτσης, ο Κωστής Βελμύρας, οΜανώλης Σκουλούδης, ο Νίκος Μαράκης, ο Θέμος Ποταμιάνος. Η επιτυχία ήταν τεράστια αλλά το πολέμησε μετα μανίας η εκκλησιαστική οργάνωση ΖΩΗ , ως «αισχρούργημα» με αλεπάλληλες μηνύσεις των μητροπολιτών σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Τελικά ο Σαλίβερος αναγκάστηκε να διακόψει την έκδοση για να μην βρεθεί στη φυλακή και ο Νίκος Τσεκούρας ολοκλήρωσε την περιπετειώδη 60 χρονων δημοσιογραφική του καριέρα στις εκδόσεις ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ.
Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων και της Ενωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου. Παντρεύτηκε τη Σοφία Γιαννακουλοπούλου που του χάρισε δύο παιδιά, τον Ολυμπο και τη Χλόη. Από τον Ολυμπο και την Διονυσία Μαρκαναστασάκη έχει δύο εγγονές, τη Σοφία και την Ολγα, ενώ από τη Χλόη και τον Θεόφιλο Αιγινίτη έναν εγγονό, τον Ιάσονα.
[]
Λουκής Ακρίτας
Ο Λουκής Ακρίτας (1909-1965) ήταν λογοτέχνης (ασχολήθηκε με την πεζογραφία, το θέατρο, και το δοκίμιο), δημοσιογράφος και πολιτικός από την Κύπρο. Το λογοτεχνικό του έργο διέπεται από την προοδευτική του ιδεολογία και την ανθρωπιστική του κοσμοθεωρία και χαρακτηρίζεται από μια αισιόδοξη προοπτική, που προκύπτει από την πίστη του στην ψυχική αντοχή των κοινωνικά αδικημένων.
Κόρη του είναι η δημοσιογράφος ,συγγραφέας και σεναριογράφος Έλενα Ακρίτα.
Η ζωή του
Ο Λουκής Ακρίτας γεννήθηκε το 1909 στην Μόρφου της Κύπρου και αφού αποφοίτησε, το 1925, από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, σπούδασε στο Διδασκαλείο Λευκωσίας. Εργάστηκε για δύο χρόνια ως δάσκαλος στην Κύπρο δημοσιεύοντας παράλληλα διάφορα κείμενα του στην εφημερίδα Χρόνος. Το 1930 ήρθε στην Αθήνα, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και υπήρξε πολιτικός συντάκτης αρχικά στην εφημερίδα Εστία και στη συνέχεια στην Πρωία. Επίσης υπήρξε ανταποκριτής της εφημερίδας της Λευκωσίας Πρωινή και συγχρόνως σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και συνεργάστηκε με τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού.
Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, στον οποίο πήρε μέρος ως απλός στρατιώτης, έστελνε από το μέτωπο ανταποκρίσεις στην εφημερίδα Εστία. Τους τελευταίους μήνες της Κατοχής άρχισε να εκδίδει μαζί με τον αδερφό του την αντιστασιακή εφημερίδα Καθημερινά Νέα, η οποία ήταν πολιτικά προσανατολισμένη προς την Ένωση Κέντρου και τις επιλογές τουΓεωργίου Παπανδρέου, και η έκδοση της συνεχίστηκε για λίγο διάστημα και μετά την απελευθέρωση. Στη διάρκεια της Κατοχής ο Ακρίτας υπήρξε ιδρυτικό μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης Τριμελής Επιτροπή Αγώνος (μετέπειτα Ανώτατη Επιτροπή Απελευθερώσεως) μαζί με τον Μιλτιάδη Πορφυρογέννη και τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο.
Από το 1952 έως το 1954 εξέδωσε το περιοδικό Ελληνικά Χρονικά (περίπου 100 τεύχη), το οποίο αρχικά ήταν εβδομαδιαίο και αργότερα έβγαινε κάθε δεκαπέντε μέρες. Στο περιοδικό αυτό διευθυντής ήταν ο αδερφός του Ευριπίδης και υπεύθυνος στα λογοτεχνικά θέματα ο Νικηφόρος Βρεττάκος. Από τα μέσα του 1959 άρχισε να εκδίδει το εβδομαδιαίο περιοδικό Κόσμος, Επιστήμη και Ζωή το οποίο από τις αρχές του 1962 έγινε επίσης δεκαπενθήμερο. Στο περιοδικό αυτό ο Ακρίτας δημοσίευσε και μερικά διηγήματά του μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει το Φορτίο ανθρώπου.
Πέθανε το 1965 σε κλινική του Λονδίνου, ύστερα από εγχείρηση που έκανε.
Πολιτική σταδιοδρομία του Λουκή Ακρίτα
Ο Λουκής Ακρίτας διετέλεσε υφυπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην Κυβέρνηση Απελευθερώσεως του Γεωργίου Παπανδρέου (1944), κατόπιν ρήξης του όμως με την επίσημη πολιτική γραμμή αποσύρθηκε μέχρι το 1951 οπότε εκλέχτηκε βουλευτής , πρώτος σε σταυρούς προτίμησης στην Αθήνα, με την ΕΠΕΚ του Πλαστήρα.
Από το 1961 συνεργάστηκε και πάλι με την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου, εκλέχτηκε βουλευτής στις εκλογές του 1963 και 1964 οπότε ως υφυπουργός Παιδείας υλοποίησε την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση που εισηγήθηκε ο Ευάγγελος Παπανούτσος.
Τέλος πρόεβαλε τον κυπριακό αγώνα για την ανεξαρτησία μέσω της συμμετοχής του στην Γ΄ Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών και την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1952). Το 1954 ταξίδεψε στις ΗΠΑ ως μέλος της Διακομματικής Επιτροπής Διαφωτίσεως για το ζήτημα της Κύπρου.
Το λογοτεχνικό έργο του
Στο χώρο της λογοτεχνίας ο Λουκής Ακρίτας εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1931 με ένα διήγημα από τις στήλες του περιοδικού Πρωτοπόροι. Στα δύο μυθιστορήματα του το 1935 και το 1936 (Νέος με καλάς συστάσεις και Ο κάμπος) ενυπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα και στοιχεία από την αγροτική κυπριακή ζωή. Το έργο του Αρματωμένοι(1947) θεωρείται ένα από τα καλύτερα του είδους. Μεγάλο μέρος του έργου του Ακρίτα βρίσκεται δημοσιευμένο σε διάφορα περιοδικά με τα οποία συνεργάστηκε.
Σημαντική είναι και η προσφορά του στο θέατρο κυρίως με τα έργα του Όμηροι και Θεοδώρα. Το πρώτο δημοσιεύθηκε το 1956 και είχε θέμα τα αντίποινα των γερμανικών δυνάμεων κατοχής σε ένα χωριό λόγω της δραστηριότητας αντάρτικων ομάδων. Στο έργο αυτό ο Ακρίτας ακολουθεί τη τεχνική του λαϊκού θεάτρου, έχει όμως και στοιχεία που παραπέμπουν στη δομή της αρχαίας τραγωδίας ενώ από τις συγκρούσεις αναδίονται μορφές συμβολικές και όχι χαρακτήρες.
Έγραψε επίσης το Όνειρο αγάπης που το ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη στο θέατρό της το 1941, με τίτλο Όπου αγαπά παιδεύει.
Έλενα Ακρίτα
Η Έλενα Ακρίτα δημοσιογράφος – ευθυμογράφος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Ιουνίου του 1955. Είναι κόρη του Λουκή Ακρίτα (από το χωριό Μόρφουστην Κύπρο) και της Σύλβας Ακρίτα.
Ως δημοσιογράφος, συνεργάστηκε με το περιοδικό «Tαχυδρόμος» και τις εφημερίδες: Το Bήμα, Έθνος, Έθνος της Kυριακής, Eιδήσεις και Τα Nέα, όπου συνεχίζει μέχρι σήμερα. Συνεργάστηκε επίσης με τους ραδιοφωνικούς σταθμούς: EPΑ1, Αθήνα 9.84, Flash, και ΑΝΤ1. Έγινε γνωστή ως ευθυμογράφος στο περιοδικό «Tαχυδρόμος». Εδώ και πολλά χρόνια, κάθε Σάββατο η εφημερίδα «Τα Νέα του Σαββατοκύριακου» φιλοξενεί τα ευθυμογραφήματά της.
Η Έλενα Ακρίτα έχει κάνει δύο γάμους. Πρώτος της σύζυγος ήταν ο συγκοινωνιολόγος Νάσος Κόκκινος. Στις 15 Αυγούστου του 1987 παντρεύτηκε τον ηθοποιό Κώστα Αρζόγλου. Το 1993απέκτησαν το γιο τους Παύλο (νονά του οποίου ήταν η ηθοποιός Αλίκη Βουγιουκλάκη) και πήραν διαζύγιο το 1996.
Τηλεοπτικές εκπομπές
- «Πινγκ Πονγκ»
- «Kορώνα Γράμματα» (τηλεπαιχνίδι)
- «Kυριακάτικα» (μαζί με τον Δημήτρη Κωνσταντάρα)
- «Σόου είναι, θα περάσει»
- «Όταν θυμάσαι χαίρεσαι»
- «Φώτα πορείας» (ενημερωτική ΝΕΤ)
- «O πιο αδύναμος κρίκος» (τηλεπαιχνίδι για τον τηλεοπτικό σταθμό Mega Channel)
Διακρίσεις
- .
- ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ Καλύτερη Δημοσιογράφος Εντύπων 2004.
- ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ Καλύτερη Δημοσιογράφος Εντύπων 2005.
- LEADERS OF THE YEAR Κορυφαία Γυναικεία προσωπικότητα της χρονιάς 2004.
- 9 ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΕΘΝΟΥΣ Βραβείο Καλύτερης Δημοσιογραφικής Εκπομπής «Φώτα Πορείας» Βραβείο Καλύτερου σεναρίου για την σειρά 2004 «Με Θέα στο Πέλαγος». Βραβείο Καλύτερου σεναρίου 2005 για τη σειρά «Βέρα στο Δεξί». Βραβεία δημοφιλέστερης καθημερινής σειράς «Βέρα στο Δεξί» μαζί με τον Γιώργο Κυρίτση. Βραβείο καλύτερο πρωτότυπου σεναρίου «Μυστικά της Εδέμ», βραβείο Αγαπημένης Ελληνικής Σειράς «Μυστικά της Εδέμ».
Τα κείμενα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές χώρες . Υπάρχουν πολλές διδακτορικές διατριβές φοιτητών με θέμα το ύφος γραφής της
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ (1934-1999)

Δημοσιογράφος, παραγωγός και παρουσιαστής σημαντικών τηλεοπτικών εκπομπών αλλά και πολύ επιτυχημένος συγγραφέας. Από μικρό παιδί έγραφε, έγραφε, έγραφε…Στην πορεία αγόρασε μια γραφομηχανή και συνέχισε να γράφει. Αυτό ήταν το όνειρο ζωής του Φρέντυ Γερμανού. Το έκανε πραγματικότητα, τρόπο ζωής και σ’ αυτό έμεινε πιστός ως το τέλος. Ο Φρέντυ Γερμανός, γιος του αξιωματικού του Ναυτικού Ανδρέα Γερμανού, γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1934 στην Αθήνα.
Οι γονείς του χώρισαν νωρίς κι έτσι ο Φρέντυ μεγάλωσε κάπου στα Εξάρχεια κοντά στον παππού και στη γιαγιά του. Από πολύ μικρός έμαθε να αγαπάει τα βιβλία και το διάβασμα, καθορίζοντας, έστω και άθελά του, τη μετέπειτα πορεία του. Τελειώνοντας το σχολείο, αποφάσισε να γίνει συγγραφέας, αν και ο παππούς του ονειρευόταν να τον δει αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό.
Το 1953, και ενώ ήταν μόλις 19 ετών, κέρδισε το β΄βραβείο σ’ έναν πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος. Ο Καραγάτσης, ο Μυριβήλης, ο Θεοτοκάς και ο Τερζάκης που απάρτιζαν την επιτροπή, αναγνώρισαν στο διήγημά του «Για μια εκδίκηση» το συγγραφικό του ταλέντο. Ένα χρόνο αργότερα, το 1954, ο Φρέντυ ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του καριέρα στην εφημερίδα «Ελευθερία», κρατώντας τη στήλη για τα φαρμακεία. Τρία χρόνια εργαζόταν αμισθί ως μαθητευόμενος, ενώ παράλληλα έγραφε διάφορα ρεπορτάζ για την «Απογευματινή» και κυνηγούσε να πάρει συνεντεύξεις από σημαντικά πρόσωπα της επικαιρότητας.
Έτσι είχε την ευκαιρία να συναντήσει τη Σοφία Λόρεν, τον Άλαν Λαντ, την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, κ.ά. Την ίδια περίοδο συνεργαζόταν και με το περιοδικό «Εικόνες», γράφοντας ρεπορτάζ για τους λατερνατζήδες, τα τελευταία αρχοντικά της Αθήνας, κ.ο.κ. Ακολούθησε η συνεργασία του με την «Μεσημβρινή» της Ελένης Βλάχου, την «Απογευματινή», το «Έθνος», τον «Ταχυδρόμο», κ.ά.
Το 1964 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο με τον τίτλο «Με συγχωρείτε λάθος» από τις εκδόσεις Γαλαξίας. Ο τόμος αποτελούταν από μια σειρά ευθυμογραφημάτων συνοδευμένα από σκίτσα του στενού του φίλου Κυρ. Ένα χρόνο αργότερα, ο Φρέντυ Γερμανός αποφάσισε να διεκδικήσει ένα ρόλο στο θεατρικό έργο του Αλέκου Λιδωρίκη «Ξεριζωμένοι». Αν και τελικά ο ρόλος δόθηκε στον Ανδρέα Φιλιππίδη, η έστω και πρόσκαιρη συμμετοχή του στις προετοιμασίες της παράστασης υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική γιατί έγινε αιτία να γνωριστεί με την μαθήτρια της δραματικής σχολής Έλενα Μαυρουδή, με την οποία παντρεύτηκε και απέκτησε την κόρη του Ναταλία. Ο γάμος δεν κράτησε πολύ και μερικά χρόνια αργότερα, ο Φρέντυ γνωρίστηκε και παντρεύτηκε με την ηθοποιό και χορεύτρια Μαρία Ιωαννίδου.
Το 1966 ο Φρέντυ Γερμανός άρχισε να εργάζεται ως παρουσιαστής ειδήσεων στην ελληνική τηλεόραση (ΕΙΡ), ενώ λίγο αργότερα παρουσίασε την πρώτη του εκπομπή, το «Καλειδοσκόπιο». Ουσιαστικά όμως η επιτυχία ήρθε το 1970, όταν βγήκε στον αέρα το «Αλάτι και πιπέρι», η τηλεοπτική εκπομπή που αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης. Επί έξι ολόκληρα χρόνια η εκπομπή αποτελούσε πώλο έλξης για το τηλεοπτικό κοινό, κόπηκε όμως με κυβερνητική απόφαση.
Την επόμενη χρονιά ο Φρέντυ επανήλθε με «Το πορτρέτο της Πέμπτης», ενώ ήδη έδινε έντονο το παρόν και στην έντυπη δημοσιογραφία, συμμετέχοντας στο στήσιμο μιας πρωτοποριακής για την εποχή της καθημερινή εφημερίδα (Η συνεργασία του αυτή με την «Ελευθεροτυπία» συνεχίστηκε ως το 1990). Το 1978 ο Φρέντυ παρουσίασε την εκπομπή «Σάββατο βράδυ, Κυριακή πρωί» και το 1979 ξεκίνησε την παρουσίαση της θρυλικής πλέον «Πρώτης Σελίδας».
Το 1990 ο Γερμανός αποφάσισε να αφοσιωθεί στη συγγραφή βιβλίων. Έκτοτε και ως το θάνατό του έγραφε ασταμάτητα, σατιρικά βιβλία, ευθυμογραφήματα, ιστορικές μυθιστορηματικές βιογραφίες, κ.ά. Συνολικά ο Φρέντυ έγραψε περισσότερα από 25 βιβλία (Το δις εξαμαρτείν, Γράψτο όπως το λέω, Ούτε αλάτι ούτε πιπέρι, Τζίμυ πάρε ένα φιστίκι, Καληνύχτα κύριε Όσκαρ, Γεια σου Έλληνα, Γυναίκα από βελούδο, Τερέζα, Έλλη Λαμπέτη, κ.ά.)
Πολλά από τα βιβλία του έγιναν μπεστ σελερ και κάποια μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο και στο θέατρο (Ένα γελαστό απόγευμα) και στην τηλεόραση (Ακριβή μου Σοφία, Η εκτέλεση). Το αναγνωστικό κοινό αγάπησε όλα του τα βιβλία αλλά ιδιαίτερα τις ιστορικές μυθιστορηματικές βιογραφίες του στις οποίες ο Φρέντυ κατάφερε να συνδυάσει μαγικά τη λογοτεχνία με τη δημοσιογραφία.
Ο Φρέντυ Γερμανός έφυγε στις 21 Μαΐου του 1999 πριν προλάβει να δει το τελευταίο του ιστορικό μυθιστόρημα «Το αντικείμενο» να στολίζει τις προθήκες των βιβλιοπωλείων.
Σημείωση: Το πληροφοριακό και φωτογραφικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε προέρχεται από το βιβλίο του Μάκη Δελαπόρτα «Φρέντυ Γερμανός – πένα από βελούδο», εκδόσεις Ορφέας, 2004
——————————————————————————-
ΒΛΑΣΗΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ![]() (1848-1920). Ο Βλάσης Γαβριηλίδης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιος του χρυσοχόου Γαβριήλ Γαβριηλίδη. Αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή και σπούδασε πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, με υποτροφία του Γεωργίου Σίνου. Στο χώρο των Γραμμάτων πρωτοεμφανίστηκε μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη από τις σελίδες του περιοδικού Επτάλοφος, όπου δημοσίευσε μελέτες για την αρχαία ελληνική τραγωδία και το θεατρικό έργο του William Shakespeare. Την ίδια χρονιά (1868) εξέδωσε την εφημερίδα Ομόνοια, η οποία στη συνέχεια συγχωνεύτηκε με την εφημερίδα Νεολόγος. Με αφορμή δημοσίευση άρθρου του σχετικά με την καταπίεση της ελληνικής κοινότητας από την οθωμανική διοίκηση στην Πόλη, στην εφημερίδα Μεταρρύθμισις την οποία εξέδωσε μετά την Ομόνοια διώχτηκε από το Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β΄ και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Ο Γαβριηλίδης κατέφυγε κρυφά στην Αθήνα, όπου από το 1877 πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του. Συνεργάτης αρχικά στην Εφημερίδα των Συζητήσεων και στη συνέχεια εκδότης του σατιρικού περιοδικού Ραμπαγάς (από κοινού με τον Κλεάνθη Τριανταφύλλου), ακολούθησε λίγο αργότερα μοναχική πορεία εκδίδοντας το περιοδικό Μη Χάνεσαι του οποίου συνέχεια υπήρξε η εφημερίδα Ακρόπολις, η οποία στάθηκε πρωτοποριακή για την εποχή της τόσο ως προς την εμφάνισή της, όσο και ως προς την ύλη της. Μέσα από τις σελίδες της Ακροπόλεως ο Γαβριηλίδης προσπάθησε να προβάλλει την αγάπη του για την πατρίδα του και παράλληλα το θαυμασμό του για τα ευρωπαϊκά πολιτιστικά επιτεύγματα. Ο ριζοσπαστισμός του και οι συχνά ακραίες θέσεις του εναντίον θεσμών και προσώπων προκάλεσαν αντιδράσεις με αποκορύφωμα την καταστροφή των γραφείων της Ακρόπολης το καλοκαίρι του 1894 από ομάδα της Φρουράς Αθηνών και στη σύλληψή του το Νοέμβριο του 1904. Διώχτηκε κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού. Μετά το 1915 άρχισαν οι οικονομικές δυσκολίες. Πέθανε το 1920 από καρκίνο στα γραφεία της Ακρόπολης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Βλάση Γαβριηλίδη βλ. Γιαλουράκης Μανώλης, «Γαβριηλίδης Βλάσης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 5. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Λαμπρίας Τάκης, «Γαβριηλίδης Βλάσης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984 και Συναδινός Θ.Ν., «Γαβριηλίδης Βλάσιος», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια 8. Αθήνα, Πυρσός, 1929. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.). |
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΨΑΘΑΣ
Η ΦΩΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Δημήτρης Ψαθάς
Γεννήθηκε στη Τραπεζούντα του Πόντου το 1907 κι ήρθε στην Αθήνα το 1923 κι αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία. Παράλληλα ασχολήθηκε και με τη συγγραφή κωμωδιών, που παίχτηκαν από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς και μερικές απ’ αυτές καταρρίψανε ρεκόρ παραστάσεων: «Το Στραβόξυλο«, «Ο Εαυτούλης Μου«, «Μαντάμ Σουσού«, «Ζητείται Ψεύτης«, «Ένας Βλάκας Και Μισός«, «Η Χαρτοπαίχτρα«, «Ο Αχόρταγος» και πολλές άλλες.
Μετά τη μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του κι από το 1925 εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορες αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά όπως: Ελεύθερο Βήμα, Αθηναϊκά Νέα, Ελευθεροτυπία, Ταχυδρόμος και χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους κορυφαίους του χρονογραφήματος. (Ο Νίκος Δήμου ισχυρίζεται πως ήταν ο …δολοφόνος του κι επικαλείται μερικά πράματα, που ίσως να ‘ναι σωστά, ίσως πάλι κι όχι).
Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1937, με την έκδοση της συλλογής ευθυμογραφημάτων «Η Θέμις Έχει Κέφια«. Ακολούθησαν πολλά ανάλογα έργα, όλα στο χώρο της σατιρικής ευθυμογραφίας, με κορυφαία τη «Μαντάμ Σουσού» 1940.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1940 με την κωμωδία «Το Στραβόξυλο«, που ανέβηκε από το θίασο του Βασίλη Αργυρόπουλου και γνώρισε μεγάλην επιτυχία. Ακολούθησαν έργα όπως: «Φον Δημητράκης«, «Μικροί Φαρισαίοι«, «Ένας Βλάκας Και Μισός«, «Η Χαρτοπαίχτρα«, «Ξύπνα Βασίλη«, που γνώρισαν επιτυχία στη σκηνή και πολλά μεταφερθήκανε στον κινηματογράφο μ’ ανάλογην επιτυχία.
Τη δραματική περίοδο της ιταλογερμανικής κατοχής, περιέγραψε με το δικό του τρόπο στα βιβλία του «Χειμώνας Του ’41» 1945, «Αντίσταση» 1945 και «Χιούμορ Μιας Εποχής» 1946. Ταξίδεψε σε Γαλλία, Αγγλία, Αμερική, Τουρκία, Αίγυπτο και περιέλαβε τις εντυπώσεις του στα βιβλία «Κάτω Από Τους Ουρανοξύστες» 1950, «Στη Χώρα Των Μυλόρδων» 1951 και «Παρίσι, Σταμπούλ & ‘Αλλα Εύθυμα Ταξίδια» 1951, που συνδυάζουν δημοσιογραφικά κι ευθυμογραφικά στοιχεία με κοινωνικά και πολιτικά σχόλια. Εξέδωσεν επίσης κι ένα ιστορικό χρονικό από τη ζωή, τους διωγμούς και την αντίσταση του ελληνισμού της ιδιαίτερης πατρίδας του, με τίτλο «Γη Του Πόντου» το 1966.
Πέθανε στις 13 Νοέμβρη 1979, στην Αθήνα, σ’ ηλικία 72 ετών.
ΠΗΓΗ: Περί Γραφής…
————————————————————–
Αλέκος Σακελλάριος.

Ο Αλέκος Σακελλάριος γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 1913 και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε μια γειτονιά στο παλιό τέρμα Αχαρνών.
Μαθητής ακόμη πήρε το βάπτισμα του πυρός στη δημοσιογραφία, εκδίδοντας μαζί με τον συμμαθητή του Τάσο Βουρνά, τη χειρόγραφη εφημερίδα «Ο μαθητής».
Έκτοτε η πένα έγινε η προέκταση του χεριού του, καθώς έγραψε περίπου 180 θεατρικά έργα, πάνω από 1500 τραγούδια, 47 σενάρια που έγιναν ταινίες με ιδιαίτερη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία-αρκετά σε συνεργασία με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, και πλήθος ευθυμογραφημάτων και χρονογραφημάτων.
Το πρώτο θεατρικό του έργο ήταν η μουσική ηθογραφία «Ο βασιλιάς του χαλβά» (σε συνεργασία με τον Μήτσο Βασιλειάδη), που ανέβηκε στη σκηνή του θεάτρου Κοτοπούλη, από το θίασο του Πέτρου Κυριακού.
Ακολούθησαν τα έργα:
«Παύσατε πυρ»,«Η πολεμική Αθήνα»,«Μπράβο Κολονέλλο», «Φινίτα λα μούζικα», «Η ζωή συνεχίζεται», «Γαλάζιος ουρανός», «Φτερό στον άνεμο», «Χάι Χίτλερ», «Το χωνί, Καλώς ήρθατε», «Ο Ακίνητος που κουνήθηκε», «Οι άνθρωποι του 49», «Ανώμαλη προσγείωση», «Οι δικοί μας άνθρωποι», «Κάθε πράγμα στον καιρό του», «Τα φώτα…του Φώτη»
και άλλα, τα οποία έγιναν ιδιαίτερα γνωστά από τη μεταφορά τους στο κινηματογράφο, όπως είναι τα:
«Αλίμονο στους νέους», «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Υπάρχει και φιλότιμο», «Μια κυρία ατυχήσασα», «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο», «Ούτε γάτα, ούτε ζημιά», «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» κ.ά.
Εκτός όμως από ένας έξοχος χειριστής του λόγου, ο Αλέκος Σακελλάριος υπήρξε και ένας σπουδαίος σκηνοθέτης και χρονικογράφος σε εφημερίδες.
Για πρώτη φορά ανέλαβε το ρόλο του σκηνοθέτη, ,κατόπιν επιμονής του Φιλοποίμονα Φίνου, σκηνοθετώντας την ταινία «Παπούτσι από τον τόπο σου», της οποίας το σενάριο είχε γράψει ο «κυρ-Αλέκος».
Ιδιαίτερα επιτυχημένος ήταν ο Αλέκος Σακελλάριος και ως στιχουργός. Με συνεργάτες συνθέτες όπως ήταν ο Μιχάλης Σουγιούλ, ο Κώστας Γιαννίδης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Γιώργος Ζαμπέτας κ.ά, έγραψε τους στίχους τραγουδιών που έγιναν μεγάλες επιτυχίες της εποχής:
«Σαν κι απόψε», «Άστα τα μαλλάκια σου», «Υπομονή», «Ο γλάρος», «Θέλω τα ώπα μου», «Τράβα μπρος», «Υπομονή», κ.α.
ΠΗΓΗ: ΚΟΥΪΝΤΑ ΑΡΤ-e-magazine
————————————-
ΜΑΡΙΑ ΡΕΖAN
Οι νεότεροι ξέρουν τη Μαρία Ρεζάν από τις ραδιοφωνικές εκπομπές της, αυτά τα ερτζιανά χρονικά πρωτογενούς αντίδρασης στα τεκταινόμενα, αυθόρμητα, ευθύβολα, ειρωνικά, σφραγισμένα από τη χαρακτηριστική βραχνή φωνή της παρουσιάστριάς τους. Οι παλαιότεροι τη γνωρίζουν από την εργασία της στην εφημερίδα «Ελευθερία» του Πάνου Β. Κόκκα και από τη θητεία της στο Φεστιβάλ Αθηνών, προδιδακτορικά βέβαια, σε μια εποχή όπου η Αθήνα προσπαθούσε να γίνει κέντρο ενός καλλιτεχνικού κοσμοπολιτισμού γύρω από τον θύλακο του Ηρωδείου. Οι γαλλόφωνοι την ξέρουν επίσης από τη δημοσιογραφική δουλειά της στη διάρκεια της δικτατορίας στα γαλλικά περιοδικά «L’ Express» του Ζαν Ζακ Σερβάν Σρεμπέρ (του εκδότη που οργάνωσε την «απαγωγή» του Μίκη Θεοδωράκη) και «Le Point», που εξέδωσε ο Κλοντ Εμπέρ, αρχισυντάκτης του «Express», όπου η Ρεζάν διακρίθηκε σε θέματα που είχαν σχέση με τη χουντοκρατούμενη Ελλάδα, την Κύπρο κτλ
Η ΜΑΡΙΑ ΡΕΖΑΝ γεννήθηκε τον Μάιο του 1921 στην Αθήνα, ως Ρεζάν Μισραχή. Το εβραϊκό επώνυμο Μισραχή σημαίνει «ο άνθρωπος που κατάγεται από την Αίγυπτο» (από το Μισίρι) ενώ το όνομα Ρεζάν δεν είναι αποτέλεσμα της εβραϊκής καταγωγής της αλλά του θαυμασμού που έτρεφε ο πατέρας της Ιάκωβος Μισραχή για το γαλλικό θέατρο της εποχής: Ρεζάν ήταν το όνομα μιας γνωστής ηθοποιού της γαλλικής σκηνής. Στην άλλη κόρη του ο Μισραχή έδωσε το όνομα Σεσίλ, από τη Σεσίλ Σορέλ, επίσης ηθοποιό του γαλλικού θεάτρου. Πολλά χρόνια αργότερα η Ρεζάν Μισραχή βαφτίστηκε χριστιανή, με το όνομα Μαρία, για να παντρευτεί τον Αντρέα Ιωσήφ, υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ στη δεύτερη κυβέρνηση Πλαστήρα. Το χριστιανικό βαφτιστικό όνομα και το «θεατρικό» εβραϊκό δημιούργησαν το Μαρία Ρεζάν.
Ο γάμος της με τον Αντρέα Ιωσήφ, πολλά υποσχόμενο πολιτικό συντάκτη της εφημερίδας «Εστία», αργότερα υπουργό του «Μαύρου Καβαλάρη», του Πλαστήρα, τα τέσσερα παιδιά τους (η Μαρίνα, ο Στέφανος, ο Λάμπρος, ο Μίλτος), το ξενόγλωσσο βιβλιοπωλείο και πρακτορείο Τύπου «International», στην οδό Αμερικής, το οποίο η Ρεζάν δεν το ανέδειξε μόνο σε μια σπουδαία επιχείρηση αλλά και σε κέντρο συνάντησης πολλών προσωπικοτήτων του τότε δημόσιου (πολιτικού και καλλιτεχνικού) βίου.
Η περιπέτεια της Μαρίας Ρεζάν στη δημοσιογραφία αρχίζει με κάπως «αναγκαστικούς όρους». Ο χωρισμός της από τον Αντρέα Ιωσήφ και η ιστορική υποτίμηση της δραχμής από τον Μαρκεζίνη, που προκαλεί τη χρεοκοπία του «International», οδηγούν τη Ρεζάν στην αναζήτηση επαγγελματικής διεξόδου. Αυτή θα είναι η δημοσιογραφία και η εφημερίδα «Ελευθερία» του Πάνου Β. Κόκκα, στην οποία η άπειρη «δημοσιογραφικά» Μαρία Ρεζάν «έφθασε» στο τέλος του 1959, κατόπιν συστάσεως του Κώστα Παράσχου και με μέντορα τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Γιώργο Ανδρουλιδάκη.
Τα χρόνια του Παρισιού είναι η δουλειά της στα γαλλικά περιοδικά, ο αντιδικτατορικός αγώνας και η στενότερη γνωριμία της με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αυτοεξόριστο ηγέτη της Δεξιάς, που το 1974 θα επέστρεφε ως εθνάρχης όλων των Ελλήνων. Στο Παρίσι γνωρίζει και τον Ανδρέα Παπανδρέου και η περιγραφή της προσωπικότητας του αρχηγού του ΠΑΚ είναι ένα ψυχογράφημα πολύ χρήσιμο για όσους στο μέλλον θα μελετήσουν τον Ανδρέα..
Το ΒΗΜΑ, 23/04/2000
Γιώργος Μαρμαρίδης
Από τη Βικιπαίδεια,
Ο Γιώργος Μαρμαρίδης ήταν Έλληνας πρωταθλητής της σκοποβολής, Δημοσιογράφος και συγγραφέας.Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1930. Ήταν αθλητής της σκοποβολής του Παναθηναϊκού, πρωταθλητής Ελλάδας απο το 1955 μέχρι το 1980 με συμμετοχές σε παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και στην Ολυμπιάδα του 1960 στην Ρώμη.Παράλληλα ήταν και δημοσιογράφος γράφοντας σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες αλλά και σαν ανεξάρτητος ρεπόρτερ συνεργαζόταν με εφημερίδες, ήταν συντάκτης της Απογευματινής .Έγραψε πεζογραφήματα, ποιήματα, θεατρικά έργα, και μυθιστορηματική βιογραφία.Πέθανε στις 22 Δεκεμβρίου2005.
Ηλίας Βουτιερίδης
Ο Ηλίας Βουτιερίδης (1874–1941) ήταν Έλληνας Ιστορικός της Ελληνικής Λογοτεχνίας, ποιητής, πολεμιστής και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στα Σουλινά στη Ρουμανία όταν ο πατέρας του υπηρετούσε εκεί ως προξενικός υπάλληλος. Στην Κρητική επανάσταση του 1897 συμμετείχε ως εθελοντής, έγραψε δε και εξέδωσε με έξοδα της Επαναστατικής Επιτροπής της Κρήτης την Ιστορία της Κρητικής Επανάστασης του 1897. Το 1900 εξέδωσε τη ποιητική του συλλογή «Σύννεφα».
Από το 1903 συνεργάσθηκε με το δημοτικιστικό περιοδικό Νουμάς που εκδιδόταν από τον Δ. Ταγκόπουλο. Μεγάλο μέρος δε αυτού το έγραφε ο Βουτιερίδης με τα ψευδώνυμα «Γρίφιλος», «Γοργίας», «Σταύρος Λαμπέτης» και «Τίμωνας».
Ο Βουτιερίδης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους αγωνιστές του ακραίου δημοτικισμού. Αντίθετα στη τέχνη του παρόλο ότι ήταν συντηρητικός δεν παρέμεινε μακριά από την επίδραση των νεωτεριστικών ιδεών της εποχής του.
Στο έργο του εκτός από την Ιστορία της Κρητικής επανάστασης, συγκαταλέγεται η Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (δίτομο έργο για το διάστημα 1453–1800, εκδόθηκε το 1924– 1927, η Σύντομη Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (καλύπτει το διάστημα 1000–1930 και εκδόθηκε το 1933), Νεοελληνική Στιχουργική (1929) και πολλές μεταφράσεις αρχαίων λυρικών. Επίσης δημοσίευσε πολλές ποιητικές συλλογές, δράματα καθώς και μεταφράσεις.
Ως δημοσιογράφος υπήρξε από τους επιφανέστερους στην εποχή του και είχε χρηματίσει δύο φορές Πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών των Αθηναϊκών εφημερίδων το 1920 και 1923. Υπήρξε επίσης Καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου καθώς επίσης και Γραμματεύς στην Εθνική Βιβλιοθήκη.
———————————–
Τέρενς Κουίκ
Από τη Βικιπαίδεια,
Ο Τέρενς Κουίκ. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Είναι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου. Παντρεύτηκε και χώρισε δύο φορές και έχει τρία παιδιά (γιος του ο σκηνοθέτης Ρίτσαρτ Κουίκ).
Ο Τέρενς Κουίκ για πολλά χρόνια παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων στην κρατική τηλεόραση. Το 1988 ανέλαβε εξ ολοκλήρου την οργάνωση του καναλιού ΕΤ3 στη Θεσσαλονίκη. Μέχρι το 1989 που παραιτήθηκε παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων με συμπαρουσιάστρια την Έλλη Στάη. Στη συνέχεια παρουσίαζε για περίπου δέκα χρόνια το κεντρικό δελτίο ειδήσεων στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 με συμπαρουσιάστριες τη Νανά Παλαιτσάκη, τη Σοφία Τσιλιγιάννη, την Τατιάνα Στεφανίδου, τη Λιάνα Κανέλλη κ.ά. Ταυτόχρονα είχε την επιμέλεια και παρουσίαση της εκπομπής Μαζί την Κυριακή. Παράλληλα εργάστηκε και στο ραδιόφωνο του ΑΝΤ1. Στη συνέχεια παρουσίαζε καθημερινή πρωινή ενημερωτική εκπομπή στο Star Channel. Φέτος παρουσιάζει την εκπομπή Καλημέρα με τον Τέρενς στον τηλεοπτικό σταθμό Alter Channel. Έχει συνεργαστεί με τις εφημερίδες Ελεύθερος, Ελεύθερος Τύπος, Απογευματινή, Βραδυνή, Πρωινή και Ελευθεροτυπία. Σήμερα συνεργάζεται με την εφημερίδα «Χώρα».
Έχει παίξει και στην ταινία Ο αντιφασίστας[1] του 1972 με πρωταγωνιστή τον Κώστα Βουτσά.
Δημήτρης Ζαννίδης «Η κυριαρχία της εικόνας δεν νομίζω ότι θα πετάξει στο καλάθι των αχρήστων τον έντυπο λόγο!» |
Ο Δημήτρης Ζαννίδης υπήρξε μεγάλος ρεπόρτερ και ειδικής …φαντασίας. Στα τελευταία χρόνια είναι Γεν.Διευθυντής του Ιδρύματος δημοσιογραφίας ΜΠΟΤΣΗ… και εξηφανίσθη ως εις τα εξ ων συνετέθη… Δείτε όμως πιο κάτω μια σευνέντεξη που έδωσε στον Βασίλη Λεβαντίδη… και συνάμα θα ανακαλύψετε και τα βιογραφικά του…
Ιστορίες τόσο αληθινές που μοιάζουν με ψεύτικες… Με το βιβλίο του «Οι δημοσιογράφοι και οι άλλοι…» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ιωλκός», ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ζαννίδης, με πολύ χιούμορ αλλά και γνώση της λειτουργίας του χώρου, επιχειρεί να ρίξει φως σε γεγονότα και καταστάσεις που αφορούν τους εκπροσώπους της λεγόμενης Τετάρτης Εξουσίας και των πολλών άλλων, φανερών και μη εξουσιών, αναδεικνύοντάς τους σε πρωταγωνιστές ιστοριών με παράδοξη πλοκή και συχνά απρόσμενο τέλος.
————————- TO TEΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΖΑΝΝΙΔΗ
Οι δημοσιογράφοι και οι άλλοι
Ζαννίδης, Δημήτρης
Λεπτομέρειες… Ιστορίες γεμάτες ανατρεπτικό χιούμορ και σε ορισμένες περιπτώσεις έντονο αυτοσαρκασμό, με τις οποίες ο γνωστός δημοσιογράφος, συγγραφέας και διευθυντής του Ιδρύματος Προαγωγής Δημοσιογραφίας Αθ. Β. Μπότση, σατιρίζει πρόσωπα και καταστάσεις της καθημερινής πραγματικότητας με το δικό του μοναδικό και διδακτικό τρόπο…
Τί σας έκανε να γράψετε ένα βιβλίο για τους δημοσιογράφους;
Έγραψα ένα βιβλίο για τους δημοσιογράφους γιατί αυτούς τους ανθρώπους τους ξέρω πολύ καλά, τους αγαπώ πάρα πολύ και όσο και αν σας φανεί παράδοξο, τους συναντώ κάθε μέρα. Αφού όποια φορά κοιτάξω τον καθρέφτη βλέπω μπροστά μου ένα δημοσιογράφο. Έστω και αν συμπτωματικά είναι ο εαυτός μου. Αλλά δεν έγραψα μόνο για τους δημοσιογράφους. Προσπάθησα να γράψω για τις όποιες πραγματικές, εικονικές ή φανταστικές εξουσίες. Και ο Τύπος αποτελεί όπως λένε την Τετάρτη Εξουσία. Προηγούνται τρεις και πολλές – πολλές άλλες.
Και γιατί τώρα ένα τέτοιο βιβλίο ;
Το έγραψα τώρα γιατί δεν μου περίσσευε χρόνος να το γράψω χθες και διότι δεν ξέρω αν θα είχα κέφι να το έγραφα αύριο.
Οι δημοσιογράφοι πάντως έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια κάπως της μόδας, έτσι δεν είναι ;
Με τη βοήθεια της τηλεόρασης κάποιοι δημοσιογράφοι και όσοι παίζουν τους δημοσιογράφους έγιναν πράγματι της μόδας. Απόδειξη ότι διάφορα προγράμματα τους έχουν πολλές φορές μεγαλύτερη τηλεθέαση από μια εκπομπή μαγειρικής ή ένα ριάλιτι σόου. Αν και σε ορισμένες περιπτώσεις δεν διαφέρουν. Φυσικά υπάρχουν πάντα και οι εξαιρέσεις. Που όπως λένε επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Εκτός από τη δημοσιογραφία έχετε ασχοληθεί με τη γελοιογραφία και τον κινηματογράφο. Τί αγαπάτε περισσότερο;
Με τη δημοσιογραφία ξεκίνησα τα πρώτα 45 χρόνια της επαγγελματικής μου ζωής και με τη δημοσιογραφία ελπίζω να ζήσω πολλά περισσότερα χρόνια στη συνέχεια. Αντιλαμβάνεσθε λοιπόν ότι πρόκειται για παθολογική αγάπη. Και βέβαια η γελοιογραφία είναι η πιο λιτή και ταυτόχρονα η περισσότερο γλαφυρή μορφή δημοσιογραφικού λόγου. Αφού με λίγες γραμμές μπορεί να πει πολλά περισσότερα από ένα εκτενές ρεπορτάζ ή κάποιο αναλυτικό άρθρο. Ο κινηματογράφος είναι μια νεανική αγάπη, που τώρα απλώς την παρακολουθώ…
Πόσο χιούμορ τελικά διαθέτουμε οι ΄Ελληνες ;
Λέγεται ότι το χιούμορ έχει ελληνική καταγωγή και προέρχεται από τη λέξη χυμός. Φαίνεται ότι παλαιότερα οι συμπατριώτες μας διέθεταν αρκετό χιούμορ. Απόδειξη ότι το 1867 κυκλοφόρησε ένα γελοιογραφικό περιοδικό, «Ο διάβολος» για να ακολουθήσουν ο «Νέος Αριστοφάνης», ο «Ασμοδαίος», ο «Ρωμηός» και πολλά άλλα. Βέβαια ανεπτυγμένο χιούμορ – που διαφέρει από την «πλάκα» – έχουν οι σοβαροί άνθρωποι. Και στερούνται παντελώς χιούμορ οι σοβαροφανείς. Δυστυχώς στην εποχή μας κυκλοφορεί αρκετή σοβαροφάνεια…
Στην εποχή της επικράτησης των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης (τηλεόραση, ραδιόφωνο) και του ίντερνετ, ποιο πιστεύετε ότι είναι το μέλλον της εφημερίδας και γενικότερα του έντυπου λόγου;
Οι αρχαίοι ΄Ελληνες μιλούσαν για τα έπεα πτερόεντα και οι λατίνοι για τα σκρίπτα μάνεντ. Βέβαια σήμερα τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Στην εποχή μας και στη χώρα μας ένα γεγονός υπάρχει μόνο αν το έχει εμφανίσει η τηλεόραση. Παρά ταύτα η κυριαρχία της εικόνας δεν νομίζω ότι θα πετάξει στο καλάθι των αχρήστων τον έντυπο λόγο. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά στο εξωτερικό μετά το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο σόκ της τηλεόρασης άρχισαν να ξαναβρίσκουν τη χαμένη κυκλοφορία τους. Πιστεύω ότι και στη χώρα μας κάποτε θα την ξαναβρούν. Αρκεί με πολλή προσοχή να την ψάξουν…
Τί θεωρείτε ότι λείπει από τη σύγχρονη ελληνική εφημερίδα;
Λείπουν όλα αυτά που δεν υπάρχουν. Τα μεγάλα ρεπορτάζ, οι έρευνες, οι αποκλειστικότητες, η από άλλη σκοπιά ενημέρωση, η κριτική ματιά, το χρονογράφημα, η ανάλυση. Το «πώς» και το «γιατί» συνέβη κάτι. Και μαζί με όλα αυτά λείπει και η κυκλοφορία.
Νοσταλγείτε κάτι από το παρελθόν των εφημερίδων;
Νοσταλγώ κατ’ αρχήν τους ανθρώπους που έφυγαν και τους ανθρώπους που δεν βρέθηκαν να πάρουν τη θέση τους. Και κατόπιν νοσταλγώ αυτές τις ίδιες εφημερίδες. Ξέρετε, τότε οι εφημερίδες δεν είχαν τα σημερινά τεχνικά μέσα, δεν είχαν τη σημερινή πολύ καλή αισθητική, δεν είχαν τις πολυάριθμες σελίδες με το μεγάλο φάσμα της ενημέρωσης. Και δεν είχαν σκεφθεί να προσφέρουν στους αναγνώστες τους ποικίλα δώρα, από ραδιόφωνα και κατσαρόλες, έως μωρουδίστικες πάνες. Το μόνο που κάπου-κάπου πρόσφέραν τότε ήταν κάποιο βιβλίο. Παρά ταύτα οι εφημερίδες είχαν τότε δημοσιογράφους με αυτό που λέμε «μεράκι». Τότε δεν είχαμε ωράριο, δεν είχαμε χρήματα, τσοντάραμε όλοι για να πάμε κάπου το βράδι, δεν ξέραμε αν η εφημερίδα μας θα είχε την οικονομική δυνατότητα να κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα. ΄Ομως, όπως προανέφερα, είχαμε το «μεράκι» – και βέβαια είχαμε το θαυμασμό για τους μεγάλους των γραμμάτων που δούλευαν σ’ εκείνες τις εφημερίδες : Ο Μελάς, ο Τερζάκης, ο Πέτρος Χάρης, παλαιότερα ο Καζαντζάκης, ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Ξενόπουλος. Να θυμίσω ακόμη ότι την εποχή εκείνη υπήρχαν τρεις γλώσσες. Η καθαρεύουσα, η δημοτική και η γλώσσα της εφημερίδας. Αυτά και άλλα πολλά προσέδιδαν στην εφημερίδα. Και είχαν πραγματικό κύρος. Νοσταλγώ, λοιπόν αυτές τις εφημερίδες των χθεσινών νεανικών μου χρόνων στη δημοσιογραφία, αλλά νομίζω ότι αύριο που θα είμαι λιγότερο νέος θα νοσταλγώ τις σημερινές εφημερίδες.
Και η δημοσιογραφική δεοντολογία; Υπάρχει σήμερα;
Ασφαλώς και υπάρχει. Αν δεν υπήρχε, πώς τόσο συχνά θα παραβιάζονταν;
Και με την κυριαρχία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, ποιός είναι ο ρόλος των δημοσιογράφων;
Οι πραγματικοί δημοσιογράφοι νομίζω ότι προσπαθούν να είναι δημοσιογράφοι. Υπάρχουν όμως και αυτοί που παίζουν τους δημοσιογράφους. Τους είδαμε πρόσφατα να ν’ ανθίζουν στην προεκλογική περίοδο. Είναι αυτοί που εξηγούσαν προεκλογικά γιατί το τάδε κόμμα θα κερδίσει τις εκλογές. Και είναι οι ίδιοι που εξηγούσαν μετεκλογικά γιατί το τάδε κόμμα που θα κέρδιζε τις εκλογές τελικά έχασε.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Να ζήσω. Ώστε μεταξύ των άλλων να τελειώσω το βιβλίο που έχω αρχίσει να γράφω και όλα τα βιβλία που ονειρεύομαι να γράψω. Και να πεθάνω όπως πρέπει να πεθαίνουν οι άνθρωποι. Γεμάτοι ζωή.
—————————————————
ΦΩΚΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Ο ΜΕΓΙΣΤΟΣ μεν αλλά τον …καπέλωσαν οι Χριστοδούλου-Αρχέλαος!
Ο Μέγιστος γελοιογράφος… Δάσκαλος απάντων… Και μη ξεχνάμε πως γελοιογράφοι και φωτογράφοι είναι πρώτης κλάσης …δημοσιογράφοι!
Γέλασε και το παρδαλό κατσίκι, λέει χαρακτηριστικά ο λαός μας μπροστά σε περιστατικά που, καθώς ξεπερνούν τα όρια του αστείου, καταντούν γελοία εγείροντας ενίοτε την αγανάκτηση ή το χλευασμό. Στα δύσκολα χρόνια της ανασυγκρότησης του ελληνικού κράτους μετά την Κατοχή, όπου η χώρα βρισκόταν σε οικτρή κατάσταση, το μόνο όπλο εκτόνωσης που απέμενε στον ελληνικό λαό ήταν το γέλιο, έστω κι αν έβγαινε με πίκρα, πόνο, οργή και πολλές φορές με διάθεση αυτοσαρκαστική. Τότε το παρδαλό κατσίκι πήρε σάρκα και οστά ως κεντρική φιγούρα σε αρκετά από τα σκίτσα του γνωστού γελοιογράφου Φωκίωνα Δημητριάδη, για να εμψυχώσει το λαό, καυτηριάζοντας τα κακώς κείμενα της επικαιρότητας με μοναδική οξυδέρκεια και χιούμορ καταλυτικό και πάντα εύστοχο. «Το παρδαλό και η εποχή του» είναι στην πραγματικότητα το γελοιογραφικό χρονικό της περιόδου 1945 έως 1947, το σύνολο των σκίτσων του γελοιογράφου που εκδόθηκαν στις εφημερίδες «Το Βήμα» και «Τα Νέα», εμπλουτισμένο με σχόλια δίπλα σε κάθε γελοιογραφία, ούτως ώστε να κατατοπίζεται ο αναγνώστης ως προς το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το γελοιογράφο. Επίσης, στον τόμο περιλαμβάνονται τρία σατιρικά χρονογραφήματα του διακεκριμένου συγγραφέα Παύλου Παλαιολόγου και του εξαίρετου ευθυμογράφου Δημήτρη Ψαθά, που σφραγίζουν την τραγική κωμικότητα της εποχής.
———————————————-
Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος |
Σάββας Κωνσταντόπουλος. Ένας άνθρωπος που σημάδεψε για 40 χρόνια με τα άρθρα, τις αναλύσεις και τις εισηγήσεις του την πολιτική ζωή της χώρας μας, υπερασπιζόμενος με τον καλύτερο τρόπο την ιδεολογία και την πολιτική της συντηρητικής παρατάξεως. Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος δεν ήταν ένας απλός δημοσιογράφος, ήταν ένας μεγάλος δεξιός διανοούμενος και πολιτικός αναλυτής, ο οποίος έθετε πάντα το συμφέρον του έθνους υπεράνω των κομμάτων και της μικροπολιτικής.
Ο Κωνσταντόπουλος διατέλεσε αρχισυντάκτης της «Ακροπόλεως» το 1949, διευθυντής της «Απογευματινής» του Μπότση το 1952, πριν εκδώσει τον «Ελεύθερο Κόσμο» στις 26 Ιουλίου 1966. Ο ίδιος έθεσε τους στόχους της εκδόσεως του Ε.Κ.: «να μην φθάσωμεν στην δικτατορία και να επανέλθει ο Καραμανλής στην Ελλάδα». Ο Κωνσταντόπουλος ήταν επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και ο μόνος που ζητούσε δημοσίως την επάνοδό του από την Γαλλία στην ηγεσία της ΕΡΕ, ερχόμενος σε ευθεία σύγκρουση με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Κατά την διάρκεια της 21ης Απριλίου άσκησε εποικοδομητική κριτική, στηρίζοντας τον εκδημοκρατισμό του καθεστώτος μέσω του Σπύρου Μαρκεζίνη και τασσόμενος υπέρ του θεσμού της Βασιλευομένης Δημοκρατίας, λειτουργώντας πολλές φορές ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ του Γ.Παπαδόπουλου και του Κωνσταντίνου. Το 1974 ο Κωνσταντόπουλος υποδέχθηκε τον Καραμανλή ως την καλύτερη λύση. Γρήγορα όμως η στενή πολιτική τους σχέση – που διήρκησε 25 χρόνια – διαταράχθηκε σοβαρά.
Ο Κωνσταντόπουλος κατηγόρησε τον Καραμανλή ότι ξεγέλασε τον Κωνσταντίνο στο δημοψήφισμα του 1974, για τον διασυρμό των Ενόπλων Δυνάμεων ενώ ήμασταν σε αντιπαράθεση με την Τουρκία, για την νομιμοποίηση άνευ όρων του ΚΚΕ και την παράδοση των πανεπιστημίων στους μαρξιστές, για τις διώξεις δεξιών πολιτών στο όνομα της «αποχουντοποιήσεως». Έγραφε χαρακτηριστικά στον Ε.Κ.: «Η Ν.Δ. κλίνει συνεχώς προς τα αριστερά, κάνοντας ανεπίτρεπτες ιδεολογικές παραχωρήσεις». Η ρήξη με τον Καραμανλή ήταν σφοδρή και οριστική.
Τον Δεκέμβριο του 1976 ο Τάκης Λαμπρίας, υφυπουργός Προεδρίας του Καραμανλή, προσέφερε σε όλους του συντάκτες του Ε.Κ. θέσεις με υψηλές αμοιβές στην Γ.Γ. Τύπου, την ΕΡΤ, το ΑΠΕ και στα γραφεία τύπου των Ελληνικών πρεσβειών, προκειμένου να τους εξαναγκάσει να εγκαταλείψουν την εφημερίδα. Πράγματι, 17 συντάκτες του Ε.Κ. έφυγαν μέσα σε μία ημέρα. Σε αυτή την δύσκολη στιγμή, ο Γιώργος Βελαχουτάκος του «Εθνικού Κήρυκος» στάθηκε δίπλα στον Κωνσταντόπουλο, έως το τέλος. Αμέσως ξεκίνησαν και οι δικαστικές διώξεις εναντίον του Κωνσταντόπουλου και του Ε.Κ. Παράλληλα, η κυβέρνηση Καραμανλή σταμάτησε την δημοσιογραφική ατέλεια χάρτου της εφημερίδος, οδηγώντας την σε οικονομική χρεωκοπία. Έγραψε χαρακτηριστικά ο Κωνσταντόπουλος: «αιμόφυρτος, αλλά άκαμπτος ο Ε.Κ., έμεινε στην θέση του».
Μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον ο Κωνσταντόπουλος έδινε την μάχη του, κτυπημένος παράλληλα από τον καρκίνο. Ο Αλέξανδρος Κατσαντώνης έδωσε επικές μάχες στα καραμανλικά δικαστήρια υπέρ του Ε.Κ., αλλά οι διώξεις ήταν συνεχείς. Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος πέθανε τελικώς εξόριστος στην Σουηδία – στην Ελλάδα θα οδηγείτο στην φυλακή (!) – στις 9 Ιουλίου 1981. Ο Ελεύθερος Κόσμος εξέδωσε το τελευταίο φύλλο του στις 27 Ιουνίου 1982.
Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος έδειξε απαράμιλλο θάρρος σε μία εποχή που χαρακτηρίσθηκε από την ιδεολογική δειλία και τον πολιτικό ενδοτισμό του καραμανλικού μεταπολιτευτικού καθεστώτος. Έμεινε όρθιος, όταν όλοι γύρω του προσκυνούσαν. Με την προσωπική του στάση διέσωσε την τιμή της Ελληνικής Δεξιάς. Μίας Δεξιάς πατριωτικής, με ηθικές πεποιθήσεις και ιστορική μνήμη. Τα λόγια του αποτελούν παρακαταθήκη για όλους μας: «να λες την αλήθεια χωρίς να φοβάσαι την βία ή να ελπίζεις το κέρδος».
ΠΗΓΗ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Εκληροδότησε, υποθήκην και κανόνα ζωής εις τους υιούς του Αχιλλέα και Κυρον, ακολουθήσαντας την δημοσιογραφικήν αποστολήν και τον τρίτον υιόν του Αλέξην ακολουθήσαντα το διπλωματικόν στάδιον, ότι ο δημοσιογράφος παραμένει μέχρι το τέλος δημοσιογράφος, μη αναμειγνυόμενος προσωπικώς εις την πολιτικήν και αποποιούμενος θέσεις και αξιώματα. Τα άρθρα και χρονογραφήματα του, ήρεσαν ιδιαιτέρως δια τον τρόπον διατυπώσεως των ιδεών και την λιτότητα του ύφους του.
Ένα δείγμα της γραφής του Κύρου δημοσιευμένο στην «Εστία» με τίτλο: «Αι Αθήναι αρχομένου του κ’ αιώνος«, μας δίνει το «στίγμα» του βιογραφουμένου ανδρός: «Εις τας δυσμάς του πολυτάραχου βίου του, ο πολύς Ταλλεϋράνδος, νοσταλγών την προεπαναστατικήν γαλλικήν κοινωνίαν, ηρέσκετο να επαναλαμβάνη, ότι μόνον όσοι την είχον γνωρίσει εδικαιούντο να ομιλούν περί της «γλυκύτητος της ζωής» . Κάτι το παρόμοιον θα ημπορούσε να λεχθή δια τας Αθήνας των αρχών του αιώνα μας. Τας Αθήνας των 120 ή 130 χιλιάδων ανθρώπων της, με όλην την ανόθευτον χάριν των. Τας Αθήνας της Πλάκας, της Δεξαμενής, της δενδροστοιχίας του κήπου και της πλατείας του Νέου Φαλήρου. Τας Αθήνας, εις τας οποίας, ολίγον μόνον, είχον αναπτυχθή τα φθοροποιά γένη των «αρριβιστών» ή την «σνομπ». Τας Αθήνας με την μικράν πατριαρχικήν κοινωνίαν, τα μέλη της οποίας αλληλοεγνωρίζοντο, αλληλοεξετιμώντο, και αλληλοεσπαράσσοντο με πολλήν καλόθυμίαν και ακόμη, με περισσοτέραν αγαθότητα.
Τας Αθήνας, εκείνας, της μοναδικής πνευματικής ανθήσεως, με αστερισμόν ενδόξων ονομάτων, ως του Κωστή Παλαμά, των Γεωργίου Δροσίνη, του Νικολάου Καμπά, του Γεωργίου Σουρή, του Αριστομένους Προβελεγγίου, του Γερασίμου Μαρκορά, του Λορέντσου Μαβίλη, του Ιωάννου Πολέμη, του Ιακώβου Πολυλά, του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, του Ανδρέα Καρκαβίτσα, του Μιλτιάδου Μαλακάση, του Ιωάννου Γρυπάρη, του Ζαχαρία Παπαντωνίου, του Ιωάννου Δαμβέργη, του Κώστα Χατζοπούλου, του Μπάμπη Αννίνου, του Νικολάου Πολίτη, του Γεωργίου Χατζηδάκι, του Σπυρίδωνος Αάμπρου και τόσων άλλων». Με όλους αυτούς, ο Αδωνις Κύρου συνεδέθη στενώς. Με όλους ευρίσκετο εις διαρκή επίκοινωνίαν, είτε εις τα γραφεία της «Εστίας», είτε εις το περίφημον φιλολογικόν «σαλόνι του Σουρή» , του οποίου ήτο μόνιμος θαμών. Συνεμερίσθη τον ιδεαλισμόν των, έπλασε μαζί των τα όνειρα δια την Ελλάδα, τους ενεψύχωσε και ενεψυχώθη υπ’ αυτών. Όλοι τον ηγάπησαν ως άνθρωπο ν, όπως τον ηγάπησε ολόκληρος η αθηναϊκή κοινωνία, δια την ακεραιότητα του χαρακτήρος, δια την ευγένειαν του ήθους και δια την απέραντον καλοσύνην του.
Τον εξετίμησαν ως δημόσιογράφον, πιστοποιούντες ότι δεν υπεδούλωνε την εφημερίδα του εις κόμματα και ότι ήσκει μεν τον δημοσιογραφικόν έλεγχον προς πάσαν κατεύθυνσιν, ουδέποτε, όμως, το έπραττε με πολιτικήν ή άλλην τινά προκατάληψιν, ουδέ είχεν οιανδήποτε υστεροβουλίαν. Τον εσεβάσθησαν, τέλος, ως αγνόν και άδολον πατριώτην, πρόθυμον πάντοτε να υποτάσση και τα μεγαλύτερα συμφέροντα του εις τα κελεύσματα του πατριωτικού χρέους.
Ο Πρωθυπουργος Ανδρεας Παπανδρεου είπε: Η Ελενη Βλαχου, υπήρξε πραγματικα μεγαλη προσωπικοτητα στο χωρο του ελληνικου Τυπου. Σταθερη παντα στις αρχες της και τα πιστευω της, υπηρετησε στο δυσκολο χωρο της ενημερωσης με αξιοθαυμαστη πληροτητα και εγκυροτητα. Η αμεση αντιδραση της στο πραξικοπημα της 21ης Απριλιου του 67 με τη διακοπη της εκδοσης της «Καθημερινης« και των αλλων εντυπων της, ειναι μια κορυφαια στιγμη αντιστασης στο χωρο της δημοσιογραφιας και του Τυπου.
Ο Μιλτιαδης Εβερτ, δηλωσε: Η Ελενη Βλαχου, ειπε, δεν υπηρξε απλα και μονον ιδιοκτητης εφημεριδας αλλα υπηρξε ταυτοχρονα και δημοσιογραφος. Εδιδαξε στον ελληνικο λαο πολλα και εδωσε μια διαφορετικη διασταση στην ελληνικη πολιτικη ζωη.
Aλλά έτσι ήταν η Eλένη Bλάχου: όλα τα έζησε με τον δικό της τρόπο. Aπέναντι στις ανατροπές της στιγμής τοποθέτησε τη φωτογραφική της μηχανή. Aπέναντι στις σκληρές μέρες του τόπου έσπευσε να αντιπαραθέσει την αιχμηρή της πένα. Kαι απέναντι στην ίδια τη ζωή, επέδειξε πνευματική διαύγεια και γενναιότητα. Aκόμα κι όταν στάθηκε ενώπιος ενωπίω με τους συνταγματάρχες, αρνούμενη να τους δώσει άλλοθι μέσα από τις εφημερίδες της.
H Bλάχου γεννήθηκε το 1911, σε μια εποχή όπου το πρώτο εκδοτικό γυναικείο πείραμα είχε, τρόπον τινά, χαράξει ένα κοινωνικό στίγμα, αν και αυτό το στίγμα, λόγω ακριβώς της προσέγγισής του, ήταν περισσότερο φεμινιστικό παρά αμιγώς δημοσιογραφικό. Xρόνια αργότερα, η Eλλάδα θα καμάρωνε για τη Mαρία Pεζάν, η Iταλία για την Oριάνα Φαλάτσι και τη Λίλι Γκρούμπερ, η Mέση Aνατολή για την Aϊντάγια Σουλτάν Aλ Σαλέμ και η Iρλανδία για τη Bερόνικα Γκέριν. ‘H μάλλον, για να ακριβολογήσουμε, θα καμάρωναν γι’ αυτές οι αδέσμευτοι, ανένταχτοι άνθρωποι, γιατί τα καθεστώτα συμφερόντων κάθε άλλο παρά καμάρωναν.
Aνάμεσα στην πρώτη διδάξασα, την Kαλλιρρόη Σιγανού Παρρέν, και αυτές τις μεγάλες κυρίες του ρεπορτάζ, εκείνη που περπάτησε τον δύσκολο δρόμο μέχρι το τέρμα ήταν η Eλένη Bλάχου. Kαι τον περπάτησε ανοίγοντας δεκάδες μονοπάτια για αναρίθμητες πετυχημένες γυναίκες που, κατά τα επόμενα χρόνια, θα έβαζαν ένα οριστικό τέλος στην πεποίθηση ότι η δημοσιογραφία είναι ένα επάγγελμα για άντρες. Mπορεί να ήταν, αλλά όχι λόγω ικανοτήτων. Hταν εξαιτίας της εποχής. H Bλάχου πήρε το παράδειγμα της Παρρέν, το αποψίλωσε από την αύρα των φεμινιστικών διαθέσεων και το έκανε κτήμα μιας εποχής που επρόκειτο να αλλάξει. Kαι δεν δημιούργησε απλώς σχολή. Eφερε έναν αέρα επανάστασης.
Aυτός ο αέρας έμοιαζε πάντα ταυτισμένος με τον χαρακτήρα της. Aπό παιδί ακόμα, αρνιόταν να αποδεχτεί ό,τι δεν της άρεσε. Δώδεκα χρόνων και εσωτερική σε ελβετικό παρθεναγωγείο, αντιδρούσε στις μικρές πειθαρχίες της σχολικής ζωής. «Δεν μου αρέσουν τα φαγητά σας», έλεγε και ξανάλεγε. Kαι μια μέρα, αντικρίζοντας το βραστό κουνέλι με τη γλυκιά σάλτσα από γκροζέιγ, δεν άντεξε. Σηκώθηκε στο τραπέζι και έβγαλε έναν οργισμένο λόγο «εναντίον μιας χώρας που δίνει τέτοια φαγητά σε παιδιά». Πάντως, έγραφε από τότε. Kαι τα κατάφερνε περίφημα στη σύνταξη των λέξεων (αν και η ορθογραφία δεν ήταν ποτέ το φόρτε της). Mάλιστα, ήταν ακόμα εσωτερική στην Eλβετία όταν δέχτηκε ένα γράμμα από τη γιαγιά της. «H φίλη μου η κυρία Συνοδινού», της έγραφε η γιαγιά Eλένη, «μου είπε πως από τώρα είσαι χρονογράφος για την »Kαθημερινή». Mαζί διαβάσαμε το ωραίο γράμμα σου και εντυπωσιάστηκε». Προφητική η κυρία Συνοδινού.
Αργότερα, η ίδια η Bλάχου θα έλεγε: «Πολύ συχνά έχω αναλογιστεί πόσο διαφορετική θα ήταν η πορεία μου στη δημοσιογραφία εάν είχα μπει στο πανεπιστήμιο, εάν είχα μάθει σωστά ελληνικά». Γιατί την είχε στοιχειώσει ένα συγκεκριμένο γεγονός από την τελευταία τάξη του γυμνασίου. Kαθόταν σε ένα από τα πίσω θρανία, όταν ο καθηγητής φώναξε: «Ποια είναι αυτή η Eλένη Bλάχου; Nα σηκωθεί τώρα!».
H Eλένη σηκώθηκε. Aπέναντί της, ο καθηγητής έβραζε από οργή. «Aπό πού είσαι, παιδί μου;», τη ρώτησε. «Aπό εδώ, κύριε καθηγητά», του είπε εκείνη. «Δηλαδή», συνέχισε αυτός, «είσαι εγγονή του Aγγελου Bλάχου και του Kωνσταντίνου Kόντου;». «Mάλιστα, κύριε», ψέλλισε το κορίτσι. Tότε έσπευσε προς το μέρος της, την πήρε από το αυτί, την έβγαλε από την αίθουσα, την οδήγησε στην εξώπορτα του σχολείου και της ανήγγειλε να μην ξαναπατήσει το πόδι της. Δυστυχώς για τη νεαρά, ο συγκεκριμένος φιλόλογος ήταν μέγας θαυμαστής του Bλάχου και του Kόντου, και δεν μπορούσε να ανεχτεί το θράσος της να θέλει να μπει στο πανεπιστήμιο. Mόλις είχε μετρήσει 648 λάθη στο γραπτό της! Φυσικά, θα τον διέψευδε η Iστορία, γιατί μπορεί τα ελληνικά της να μην της επέτρεψαν να ασχοληθεί από την αρχή με το πολιτικό ρεπορτάζ που τόσο λάτρευε, ωστόσο δεν την εμπόδισαν να εξελιχθεί σε ένα από τα «ιερά τέρατα» της ελληνικής δημοσιογραφίας.
Mε τα χρόνια, η Bλάχου κατάφερε να ελιχθεί με σοβαρότητα και χάρη σε έναν χώρο ανδροκρατούμενο. Tο γράψιμό της γινόταν ολοένα και καλύτερο. Oι φίλοι της ολοένα και πιο οραματιστές. Aνάμεσά τους και ο ανερχόμενος Kωνσταντίνος Kαραμανλής, που δύο δεκαετίες αργότερα, στα 1974, κι αφού είχε περάσει η αυτοεξορία της Aγγλίας με τη Bλάχου να γράφει άρθρα εναντίον των συνταγματαρχών και να δίνει πύρινες συνεντεύξεις, την έχρισε βουλευτή Eπικρατείας. Aμήχανη εκείνη δεν μπόρεσε να βάλει τον εαυτό της κάτω από κομματικές γραμμές. «Hταν μια αθλιότης», θα ομολογούσε αργότερα, «ένα μεγάλο καφενείο για άντρες». Kαι ούτε ο ίδιος ο στενός της φίλος θα ξέφευγε από τα «ευγενικά» πυρά της. «O Kαραμανλής», ήταν τα λόγια της, «δεν εννοούσε να εκμεταλλευθεί ανθρώπους με ορισμένες γνώσεις, όπως ήμουνα εγώ».
Πάντα το μαχαίρι στο κόκαλο. Πάντα ο σταράτος λόγος. Mε γνώμονα τις δικές της αλήθειες, παρέμεινε πάντα στην πρώτη γραμμή δοκιμάζοντας νέες ιδέες που έδωσαν μιαν άλλη αισθητική στην ενημέρωση της χώρας. Tη «Mεσημβρινή» την είδε να ανθεί από το μηδέν. Tην «Kαθημερινή» την είδε να στέκεται έγκυρη και μετριοπαθής, αδιαμφισβήτητος εκφραστής της συντηρητικής παράταξης. Θα την έφτανε μέχρι την εποχή που είχε ξεπροβάλει στον ορίζοντα ένας αινιγματικός νέος παράγων του νεοελληνικού ονείρου. Kαι σ’ αυτόν θα την παρέδιδε. Σ’ έναν ανερχόμενο βασιλιά με το όνομα Γιώργος Kοσκωτάς. Ωσπου να φτάσει μέχρι εκεί, όμως, το ταξίδι ήταν εντυπωσιακό. Oι συνεργάτες της τη λάτρευαν. Tο ίδιο και οι συντάκτες της. Tο γραφείο της ήταν πάντα ανοιχτό για όλους.
Kαι ο Πίτερ Oυστίνοφ της είχε πει κάποτε: «Kυρία Bλάχου, βλέπω στο βλέμμα σας μια ποιήτρια της ζωής». Mέσα από τούτο το τρυφερό βλέμμα, άνοιξε δρόμους και στο ίδιο το χρονογράφημα που σιγά-σιγά αργοπέθαινε. Mπορεί εκείνος ο φιλόλογος να την αποθάρρυνε με τα 648 λάθη που είχε εντοπίσει στο γραπτό της, αλλά η ίδια γυναίκα που είχε κάνει τα 648 εκείνα λάθη υπηρέτησε το χρονογράφημα από το 1945 έως το 1990, με μια διακοπή επτά χρόνων, την περίοδο της δικτατορίας, κατορθώνοντας να καθιερώσει το δικό της προσωπικό ύφος. Oχι το ύφος του «σοβαρού χρονογράφου με τους φιλολογικούς τίτλους», όπως θα παραδεχόταν η ίδια, αλλά το ύφος ενός ευαίσθητου και ανήσυχου χρονογράφου, του οποίου τα κείμενα έσφυζαν από άνεση, φυσικότητα και αμεσότητα.
Bαθμιαία, άρχισε να εμπλέκει και την πολιτική μέσα στο χρονογράφημα και τότε ήταν που συσχέτισε την «ποίηση της ζωής», για την οποία είχε μιλήσει ο Oυστίνοφ, με τα μεγάλα ζητήματα της επικαιρότητας. Tο αποτέλεσμα αυτού του συνδυασμού ήταν ένα κουβεντιαστό μη-λογοτεχνικό ύφος, που άνοιξε τον δρόμο προς τη σημερινή «προσωπική στήλη», της οποίας πρότυπο στάθηκε το αμερικανικό column και λιγότερο το γαλλικό propos ή η γερμανική glosse. Kαι είχε το ταλέντο να κάνει αυτή την απλότητα χαριτωμένη. Oι μιμητές της απλώς θα φλυαρούσαν απλοϊκά.
Σήμερα έχουν απομείνει πολλές φωτογραφίες να μας υπενθυμίζουν τη λεπτή φιγούρα με το βαθύ, ευαίσθητο βλέμμα. Tο κυριότερο, όμως, είναι ότι, στα μπαούλα της ελληνικής δημοσιογραφίας, έχουν απομείνει χιλιάδες φύλλα εφημερίδες και ακόμα περισσότερες χιλιάδες λέξεις να μας υπενθυμίζουν ένα μυαλό πρωτοποριακό και μια ψυχή ασυμβίβαστη. Kι αν εμπράκτως θέλετε να δείτε το κατόρθωμά της, γυρίστε και κοιτάξτε τα Mέσα. Για κάθε Eλληνίδα που υπηρετεί πραγματικά το λειτούργημα της ενημέρωσης και για κάθε Eλληνίδα που το υπηρέτησε τα τελευταία πενήντα χρόνια, η Eλένη Bλάχου θα πρέπει να θεωρείται κάτι παραπάνω από μια άτυπη δασκάλα. Eίναι ένα σύμβολο κοινωνικής σημασίας. Kι έτσι θα μείνει. Eνα σύμβολο για εκείνους τους αναγνώστες και εκείνους τους δημοσιογράφους που βάζουν την ελευθερία της έκφρασης πάνω απ’ όλα.
Σπάζοντας τον γύψο
H Eλένη Bλάχου δραπέτευσε από την Eλλάδα των συνταγματαρχών τη νύχτα της 15ης Δεκεμβρίου του 1967. Δεν μπορούσε να αντέξει άλλο τον «κατ’ οίκον» περιορισμό που της είχε επιβάλει η χούντα. Bγήκε από το διαμέρισμα της οδού Mουρούζη, ανέβηκε στην ταράτσα κι από εκεί πέρασε στη διπλανή ταράτσα. Tο κρύο ήταν τσουχτερό και η Aθήνα σιωπηλή και παγωμένη. Aλλά η 55χρονη γυναίκα ήταν αποφασισμένη. Aκροβατώντας από τη μία ταράτσα στην άλλη, κατάφερε να βρει διέξοδο από ένα οίκημα κι έτσι βρέθηκε στον δρόμο. Δύο μέρες αργότερα βρισκόταν στο Λονδίνο.
Η φιλία με τον εθνάρχη
Tον Kωνσταντίνο Kαραμανλή τον γνώρισε στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 και η φιλία τους θα διαρκούσε πολλά χρόνια. Tο 1954, μάλιστα, κι ενώ κατηφόριζαν με το αυτοκίνητο προς την παραλιακή λεωφόρο, η βόλτα θα είχε άδοξο τέλος όταν ένα δέντρο βρέθηκε ξαφνικά μπροστά τους. Eυτυχώς, κανείς τους δεν χτύπησε. Aργότερα, θα ήταν η Bλάχου που θα μιλούσε ευνοϊκά στο Παλάτι για τον νεαρό Mακεδόνα πολιτικό, ενώ κάποια άλλη στιγμή θα ήταν από τους πολύ λίγους που γνώριζαν ότι ο βασιλιάς Παύλος, μετά τον θάνατο του Παπάγου, στις 5 Oκτωβρίου του ‘55, έβρισκε στο πρόσωπο του Kαραμανλή τον νέο πρωθυπουργό της χώρας.
Από τον κ. ΣΤΕΦΑΝΟ ΔΑΝΔΟΛΟ
—————————————-
ΑΛΕΚΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΠΟΥΛΟΣ
Βιογραφεί ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΓΥΡΗΣ
Η «Ελευθεροτυπία» ως εφημερίδα ήταν στην πραγματικότητα πνευματικό παιδί του μακαρίτη Αλέκου Φιλιππόπουλου, δημοσιογράφου που συνέδεσε το όνομά του με ουσιαστικές καινοτομίες στον ελληνικό Τύπο, κυρίως από την πλευρά της εμφανίσεως των εφημερίδων και της επιχειρηματικής ανάπτυξής τους. Υπήρξε στην ιστορία του ελληνικού Τύπου ο καλύτερος ίσως συντάκτης ύλης, όπως αποκαλούνται οι δημοσιογράφοι που εργάζονται ως επιτελικοί στις εφημερίδες, συχνά καταλαμβάνουν διευθυντικές θέσεις, αλλά κατά κανόνα δεν γίνονται ευρύτερα γνωστοί, αφού σπανίως γράφουν ενυπόγραφα κείμενα και σχεδόν ποτέ δεν ασχολούνται με το ρεπορτάζ.
Ο Αλέκος Φιλιππόπουλος είχε εργασθεί στη δεκαετία του ’50 στο «Εμπρός» (όπου και γνωρίστηκε με τον κ. Ι. Καψή, εν συνεχεία κουμπάρο του, η σύγκρουση με τον οποίο θα λάβει δημοσίως μεγάλες διαστάσεις όταν ο ένας θα είναι διευθυντής της «Ελευθεροτυπίας» και ο άλλος διευθυντής των «Νέων»). Από το «Εμπρός» ο Φιλιππόπουλος θα πάει ως αρχισυντάκτης στη «Μεσημβρινή», που ίδρυσε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η Ελένη Βλάχου, τότε ιδιοκτήτρια της «Καθημερινής».
Με το πραξικόπημα του Απριλίου 1967 η Ελένη Βλάχου αναστέλλει την έκδοση των εφημερίδων της και ο Αλέκος Φιλιππόπουλος θα βρεθεί στα τέλη του έτους στην «Απογευματινή» των αδελφών Μπότση. Ετσι ξαφνικά μια ημέρα του Δεκεμβρίου του ’67 το αναγνωστικό κοινό θα υποστεί ένα σοκ – θα αντικρίσει στα περίπτερα μια εφημερίδα που, ενώ έφερε τον τίτλο της «Απογευματινής», θα ήταν εντελώς διαφορετική, τόσο που αν έκρυβες τον τίτλο της θα νόμιζες ότι ήταν η… «Μεσημβρινή». Ο Αλέκος Φιλιππόπουλος ευθύνεται για την αλλαγή αυτή: είχε αντιγράψει το κασέ της εφημερίδας «Μεσημβρινή» και είχε σημάνει προσκλητήριο σε όσους συντάκτες της «Μεσημβρινής» είχαν μείνει χωρίς εργασία ύστερα από την αναστολή εκδόσεως της εφημερίδας της Ελένης Βλάχου.
Στην (νέα) «Απογευματινή» ο Φιλιππόπουλος θα συγκεντρώσει πολλούς γνωστούς δημοσιογράφους, κυρίως από τη «Μεσημβρινή» και το «Εθνος» του Νικολόπουλου. Ανάμεσα στους τελευταίους ο συντάκτης ύλης Σεραφείμ Φυντανίδης, που θα γίνει αμέσως Νο. 2 στην «Απογευματινή», καθώς και ο Κώστας Χαρδαβέλλας και ο Σπύρος Καρατζαφέρης. Τα χρόνια θα κυλήσουν και ένα σχεδόν έτος μετά την πτώση της δικτατορίας θα ξεσπάσει, το 1975, μια μεγάλη απεργία των δημοσιογράφων που διεκδικούν ουσιαστικές αυξήσεις των μισθών τους.
Η απεργία των δημοσιογράφων θα είναι πολυήμερη και καθώς η κρίση κλιμακώνεται η απεργιακή επιτροπή της Ενώσεως Συντακτών θα προχωρήσει στην έκδοση μιας «εφημερίδας των συντακτών» (που ανήκει δηλαδή στην Ενωση Συντακτών και θα σταματήσει να εκδίδεται μόλις τελειώσει η απεργία). Η «Αδέσμευτη Γνώμη», όπως θα ονομασθεί, θα συντάσσεται από δημοσιογράφους όλων των εν απεργία εφημερίδων, αλλά την ευθύνη αρχισυνταξίας της εκδόσεως αναλαμβάνει ο εμπειρότατος στα εκδοτικά Αλέκος Φιλιππόπουλος. Η εφημερίδα αυτή θα έχει βίον μονοήμερον, καθώς την επομένη της εκδόσεώς της λήγει η απεργία των δημοσιογράφων, που επιστρέφουν στις εφημερίδες τους.
Η «Αδέσμευτη Γνώμη» κλείνει τον συντομότατο κύκλο της ζωής της, αλλά έχει βρεθεί το… σύνθημα για τη δημιουργία μιας νέας εφημερίδας. Το σύνθημα, η «ηθική δικαιολογία» και η… συμμαχία.
Το σύνθημα είναι «Η εφημερίδα των συντακτών». Η ηθική δικαιολογία είναι η (δήθεν…) διανομή κερδών στους εργαζομένους. Και η συμμαχία είναι ο άξονας Φιλιππόπουλου – Τεγόπουλου.
Ο τελευταίος, εκδότης βιβλίων ευρείας καταναλώσεως (μεγάλη επιτυχία του «Ο κόσμος των ζώων»…), έχει διατελέσει χαρτέμπορος και ανήκει σε μια συντροφιά που τη συγκροτούν κυρίως δημοσιογράφοι της εποχής, στους οποίους ο Τεγόπουλος έχει εισέλθει κατά σύσταση του Κώστα Σκούρα, ενός δημοκρατικού δημοσιογράφου που θα ενταχθεί εν συνεχεία στην «Ελευθεροτυπία», από την οποία ύστερα από πολλά χρόνια θα αποχωρήσει.
Η απεργία των δημοσιογράφων θα βρει τον Τεγόπουλο μέλος τής εν λόγω συντροφιάς και με την αμεσότητα που τον χαρακτήριζε θα προτείνει με τη μεσολάβηση του Κώστα Σκούρα να βοηθήσει, εξασφαλίζοντας το απαιτούμενο δημοσιογραφικό χαρτί, στην έκδοση μιας «εφημερίδας των συντακτών». Ετσι γνωρίζεται και με τον Αλέκο Φιλιππόπουλο. Το πείραμα, όπως σημειώθηκε, είχε διάρκεια μιας μόνον ημέρας, αλλά η γνωριμία είχε γίνει, το σύνθημα υπήρχε, η δικαιολογία ήταν εύκολη.
Το ΒΗΜΑ, 03/12/2006
Πάνος Σόμπολος, Γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας (Δημοτικό διαμέρισμα Καραϊσκάκης). Σπούδασε δημοσιογραφία και εργάζεται ως δημοσιογράφος στον τομέα του αστυνομικού ρεπορτάζ. Εργάστηκε στις εφημερίδες «Ακρόπολη», «Αθηναϊκή», «Μακεδονία» (γραφεία Αθήνας) και στα περιοδικά «Εικόνες», «Πάνθεο», «Ρομάντζο» κ.α. Επίσης εργάστηκε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων καλύπτοντας για ένδεκα χρόνια το δικαστικό ρεπορτάζ. Για 26 χρόνια δούλεψε στην ΕΡΤ (ΥΕΝΕΔ, ΕΡΤ2, ΝΕΤ) την τηλεόραση και το ραδιόφωνο στον τομέα ειδήσεων και σε εκπομπές. Ήταν ο δημιουργός και παρουσιαστής της εκπομπής ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ του MEGA, που είχε την υψηλότερη θεαματικότητα από όλες τις εκπομπές του καναλιού. Σήμερα(2008) εργάζεται στην εφημερίδα «Έθνος» και στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA ως προϊστάμενος του αστυνομικού ρεπορτάζ. Έχει καλύψει σχεδόν όλα τα μεγάλα γεγονότα που συγκλόνισαν την χώρα τα τελευταία 33 χρόνια όπως σεισμούς, αεροπορικές τραγωδίες, μεγάλες πυρκαγιές, δολοφονίες, τρομοκρατικές ενέργειες, αεροπειρατείες και όλες τις πολύκροτες υποθέσεις της επικαιρότητας. Επίσης έχει καλύψει μεγάλα γεγονότα στο εξωτερικό όπως την ανατίναξη αεροπλάνου στη Μάλτα με πολλά θύματα, την επίθεση σε λεωφορείο με τουρίστες στο Κάιρο καθώς και την Κωνσταντινούπολη, την εξέγερση στην Αλβανία με τις παρατράπεζες, τους πολύνεκρους σεισμούς στα βάθη της Τουρκίας και πολλά άλλα. Έχει αναπτύξει πλούσια συνδικαλιστική δραστηριότητα καθώς διετέλεσε μέλος του Δ.Σ., αντιπρόεδρος και πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, ενώ τελευταία εξελέγη μέλος του Δ. Σ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ). Σήμερα(2008) είναι πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ. Έχει δύο παιδιά την Ανθούλα που είναι δικηγόρος και τον Γιώργο που είναι δημοσιογράφος. ——————————— Γιολάντα ΤερέντσιοΗ Γιολάντα Τερέντσιο γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922. Αφού ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Γερμανική Σχολή Αθηνών εισήχθη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δεν μπόρεσε, όμως, να ολοκληρώσει τις σπουδές της, γιατί κατά τη διάρκεια της χιτλερικής Κατοχής συνελήφθη από τους Γερμανούς και κρατήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αυστρία έως το τέλος του πολέμου. Μετά τον πόλεμο αποφοίτησε από την Ανωτέρα Σχολή Δημοσιογραφίας του Παρισιού. Τη δημοσιογραφική της σταδιοδρομία ξεκίνησε ως ανταποκρίτρια του «Ταχυδρόμου» της Αλεξάνδρειας το 1948. Από το 1954 έως το 1967 εργάστηκε στο «Βήμα», στα «Νέα» και στον «Ταχυδρόμο». Τον Νοέμβριο του 1967 έφυγε για το Λονδίνο όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο BBC σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας. Οι δημοσιογραφικές εκπομπές και ανταποκρίσεις της Γιολάντας Τερέντσιο κατά τη διάρκεια της επταετίας βοήθησαν αποφασιστικά στην ενημέρωση του ελληνικού λαού, της διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και στην τόνωση του δημοκρατικού φρονήματος των Ελλήνων. Η προσφορά της Γιολάντας Τερέντσιο, κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας, αναγνωρίστηκε από όλο τον ελληνικό λαό και για την προσφορά της τιμήθηκε επανειλημμένα. Στην εκδήλωση διαμαρτυρίας για τη διακοπή λειτουργίας της ελληνικής εκπομπής του BBC, που οργάνωσαν στις 22 Νοεμβρίου 2005, η ΠΟΕΣΥ, οι Ενώσεις Συντακτών και τα Τμήματα Επικοινωνίας & ΜΜΕ του Παντείου και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, ιδιαίτερη συγκίνηση προκάλεσε η προβολή του ντοκιμαντέρ της Πέπης Ρηγοπούλου: «Γιολάντα Τερέντσιο, η φωνή του BBC στα χρόνια της δικτατορίας», ζωντανεύοντας ιστορικές μνήμες αλλά και πρότυπα συνεπούς δημοσιογραφικής διαδρομής. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ δήλωσε ότι συλλυπείται τους οικείους της και αποχαιρετά την άξια συνάδελφο, η οποία άφησε παρακαταθήκη για τη νέα γενιά συναδέλφων το τι είναι έντιμη, συνεπής και αγωνιστική δημοσιογραφία. ————————————–
Ιωάννης Λάμψας Ο Ιωάννης Λάμψας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Μαΐου του 1921. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή Αθηνών. Εργάσθηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες «Ελευθερία», «Βήμα», «Εστία», »Καθημερινή», »Μεσημβρινή», »Ελεύθερος Τύπος» και στα περιοδικά »Εικόνες» και »Πολιτικά Θέματα».Η ζωή και το έργο τουΑπό το 1969 έως το 1974 έζησε ως πολιτικός εξόριστος στη Γενεύη.Το 1975 επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή έγινε Γενικός Γραμματέας Τύπου και Πληροφοριών. Από το 1975 έως το 1978 ήταν Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης. Ηταν εκδότης του περιοδικού »Μεθαύριο».Εγραψε πολλά βιβλία μεταξύ των οποίων ένα εξάτομο λεξικό του αρχαίου κόσμου. Είχε μεταφράσει πάνω από 500 βιβλία.Ηταν μέλος της Ενωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων ενώ το 1993 τιμήθηκε με το βραβείο Μπότση.———————————–NΙΚΟΣ ΤΣΕΚΟΥΡΑΣ (ΤΣΕΚΟ)Γεννήθηκε στην Αθήνα το Μάρτιο 1911, από πατέρα ορμώμενο εξ Ευβοίας. Ο πατέρας του Στυλιανός πέθανε νωρίς κι ο νεαρός Νίκος αναγκάστηκε να επωμισθεί τις ευθύνες της οικογενειακής βιοτεχνίας παραγωγής αρωματικών σαπουνιών σε ηλικία μόλις 18 ετών –χωρίς να έχει την παραμικρή έφεση. Στο γραφειο της επιχείρησης, αντί να κοιτάζει τους λογαριασμούς, έγαφε ποιήματα.Ετσι η οικογένεια έχασε το εργοστάσιο και ο Νίκος μπήκε στο δρόμο του: φανατικός φυσιολάτρης, είχε πάρει ήδη τα βουνά, και σε λίγο έγινε εκδότης (!), μαζί με τον Κλεόβουλο Δενδρινό και τον Κώστα Χρηστίδη, του περιοδικού «Εκδρομικά» (το πρωτο φυσιολατρικό-ορειβατικό περιοδικό που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα) και αργότερα του περιοδικού «Καραμπόλα» που κυκλοφορούσε όποτε κατάφερνε η φυσιολατρική παρέα να εξοικονομήσει λίγα χρήματα για το χαρτί!Η πρώτη του συνεργασία με πληρωμή, όταν εγκατέλειψε το σαπουνάδικο για να γίνει δημοσιογράφος, ηταν για τους «Αθλους του ενωμοτάρχη Φουντοτσάρουχου» (γραφικός τύπος επαρχιακού χωροφύλακα, εμπνευσμένος από τις «ιστορίες του χωριού» του ΣΤΑΜ-ΣΤΑΜ) που δημοσιεύονταν στο περιοδικό ΕΒΔΟΜΑΔΑ, προκαλώντας μεγάλο σπαζοκεφικό ενδιαφέρον.Η αγάπη του για το θέατρο φάνηκε από πολύ νωρίς. Τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής του, τα πέρασε στην οδό Κουμουνδούρου ακριβώς απέναντι από την είσοδο των ηθοποιών του Εθνικού Θεάτρου. Οπως γράφει ο ίδιος: «…τα βράδυα, πριν έρθει η ώρα για το κρεβάτι, χάζευα από το παράθυρο μετρώντας τους ηθοποιούς που πήγαιναν για την παράσταση. Και ένα βράδυ, το έσκασα από το σπίτι λάθρα και έκανα το…ντεμπούτο μου στο θέατρο σαν θεατής, δρασκελώντας την αφύλακτη πόρτα των παρασκηνίων. Δεν είδα όμως όλη την παράσταση –παιζόταν το «Φυντανάκι» του Παντελή Χόρν- γιατί συγκινήθηκα τόσο πολύ από το δράμα του γερο-ταχυδρόμου Βεάκη, που άρχισα να κλαίω γοερά, με αποτέλεσμα να με πετάξουν έξω. Αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία μου με το θέατρο και με τον Βεάκη, που ύστερα από κάμποσα χρόνια θα γινόταν ο πρωταγωνιστής στο έργο μου «Αν δουλέψεις θα φάς» που με καθιέρωσε σαν θεατρικό συγγραφέα.»Το ξεκίνημά του για την κατάκτηση της θεατρικής σκηνής έγινε με το πρωτόλειό του «100 Χιλιάρικα». Να πως το έκρινε ο πρύτανις του ελληνικού θεάτρου Γρηγόρης Ξενόπουλος , στα «Αθηναϊκά Νέα», 10/1/1936: «Ενας νέος που δεν εφάνηκε ακόμη στο θέατρο,παρά γράφει με ψευδώνυμο σε διάφορα περιοδικά, ο κ. Ν. Τσεκούρας (Τσεκό) μου έφερε να διαβάσω το πρώτο του θεατρικό έργο Το έλεγε «100 χιλιάρικα». Αρχισα να το διαβάζω δοκιμαστικά και από την πρώτη εικόνα με τράβηξε τόσο, ωστε το τελείωσα την ίδια ημέρα…»To πρώτο έργο του που ανέβηκε στη σκηνή ήταν το σχολικό δραματάκι «Τα Σουλιωτόπουλα δεν πέθαναν». Η Επιτροπή Βράβευσης Σχολικών Εργων του υπουργείου Παιδείας (Κωστής Μπαστιάς, Λέων Κουκούλας Κωστής Βελμίρας, Γιάννης Λάμψας) του απένειμε το πρώτο βραβείο και από τότε βρίσκεται σε όλες τις σχολικές βιβλιοθήκες και παίζεται στις 25 Μαρτίου από πολλά σχολεία.Σε ηλικία 28 ετών έκανε το ντεμπούτο του σαν θεατρικός συγγραφέας, τον Μάϊο 1940 με την κωμωδία του «Ανθρωπος είμαι κι εγώ» που ανέβηκε στο θέατρο «Λυρικό», από τον θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη και Βασίλη Λογοθετίδη. Παίχτηκε μόνον 30 ημέρες, στις παραμονές του πολέμου της Αλβανίας. Ακολούθησε ο «Μαγκούφης» που έκανε πρεμιέρα στις 23/1/41, στο θέατρο «Διάνα», με τον θίασο του Βασίλη Αργυρόπουλου. Ο συγγραφέας, φαντάρος τότε στη μονάδα προστασίας σιδηροδρόμων, το έγραψε κατά τη διάρκεια τεσσάρων ταξιδιών Αθήνα-Θεσσαλονίκη, μεσα στο τελευταίο ανοικτό βαγόνι, έτοιμος να καταρρίψει με το πολυβόλο του όποιο ιταλικό αεροπλάνο τολμούσε να πλησιάσει.Το καλυτερο έργο του το έγραψε σε ηλικία 30 ετών. Το «Αν δουλέψεις θα φάς» έκανε πρεμιέρα στο θέατρο «Λυρικό», στις 23/7/1945 από τον θίασο Ενωμένοι Καλλιτέχνες, με τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Κώστα Γιαννίδη σους δυο βασικούς ρόλους. Σημείωσε θριαμβευτική επιτυχία και ουδέποτε έπαψε να χρησιμοποιείται σαν…σωσίβιο από επαρχιακούς θιάσους. Ο γιός του Βεάκη Γιάννης, αυτοεξόριστος λόγω φρονημάτων σκηνοθέτης, το ανέβασε στη Ρουμανία, και στις αυτάδελφες τότε κομμουνιστικές χώρες Βουλγαρία και Σερβία. Ο Αδαμάντιος Λεμός το ανέβασε στη Νέα Υόρκη για την ελληνική ομογένεια καί τότε λίγο έλλειψε να κάνει την τύχη του ο συγγραφέας: ο ελληνικής καταγωγής μάνατζερ της εταιρείας «Γουώρεν Μπράδερς» ζήτησε τα δικαιώματα του έργου για να γυριστεί ταινία.Ο συγγραφέας έτρεξε στον Κάρολο Κουν που είχε εγκαταλείψει την έδρα του καθηγητή Αγγλικών στο Κολλέγιο και ξεκινούσε το «Θέατρο Τέχνης». Εκείνος δέχτηκε να κάνει τη μετάφραση στα Αγγλικά και σε ένα μήνα, το «Αν δουλέψεις θα φας», ταξίδευε για την Αμερική με το ταχυδρομείο. Ηταν όμως άτυχο. Οπως γράφει ο συγγραφέας «…το πογκρόμ των αριστερών συγγραφέων, ηθοποιών και γενικά των εργαζομένων στο θέαμα βρισκόταν στο ζενίθ από τον γερουσιαστή Μακάρθι που ειχε αναλάβει τον εξοστρακισμό από τη χώρα της Ελευθερίας κάθε ρέποντα στον αριστερισμό αμερικανό ή αλλοδαπό…» Το έργο είχε παιχτεί από τον γιό του Βεάκη σε κομμουνιστικές χώρες, άρα δενείχε καμία ελπίδα στις ΗΠΑ.
Ακολούθησε ο «Πομπός Ευτυχίας» που έκανε πρεμιέρα στο θέατρο «Ρεξ» στις 8/3/1946, με τον θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη και πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη. «Κομεντί πλημμυρισμένη ανθρωπιά και τρυφερότητα» το χαρακτήρισε σε χρονογράφημά του στο «Ελεύθερο Βημα» ο Παύλος Παλαιολόγος. Τρία χρόνια αργότερα (30/11/49) ανέβηκε στο θέατρο «Κεντρικό» η κωμωδία «Ο καλός καλό δε βλέπει», από τον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη. «Εχει μια τεχνική σπάνια και μιά πλοκή που θυμίζει τον Φεϋντώ», έγραψε ο Αγγελος Τερζάκης, φτασμένος συγγραφέας και εισηγητής, τότε, δραματολογίου στο Εθνικό Θέατρο. Με την επόμενη κωμωδία του «Καραντίνα στον έρωτα» που ανέβηκε στο θέατρο «Σαμαρτζή»στις 22/5/1952, έκανε το θιασαρχικό του ντεμπούτο ο Μίμης Φωτόπουλος γνωστός από τη θριαμβευτική του επιτυχία στον κινηματογράφο, στις ταινίες της «ΦΙΝΟΣφίλμς». Μια ακόμη κωμωδία του με τίτλο «Τρείς πετεινοί σε ένα κοτέτσι» ανέβηκε στις 3/8/1955 στο θέατρο «Γκλόρια» από τον θίασο Μιράντας-Κωνσταντάρα- Μήλα. Το έργο του «Ο Μονοσάνταλος» ανέβηκε στο «Δημοτικό θέατρο» Πειραιά στις 30/11/1955 από τον θίασο του Μάνου Κατράκη και χαρακτηρίστηκε από την κριτική ισάξιο του «Αν δουλέψεις θα φάς». Ακολούθησαν οι «Καϋμοί της λιμνοθάλασσας», παραγγελία της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης, που ανέβηκε 26-27/4/1956 σε δύο παραστάσεις στο Μεσολόγγι, στην όχθη της λιμνοθάλασσας, γράφτηκε επι τόπου σε τρείς εβδομάδες. Σκηνοθετημένο από τον Πέλο Κατσέλη, πρωταγωνιστούσε η Αλέκα Κατσέλη, με υπόθεση τους αγώνες των ντόπιων ψαράδων για ν’απαλλαγούν από την εκμετάλλευση των χονδρεμπόρων. Ειχε 15.000 θεατές και ο συγγραφέας τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο της Ιερής Πόλης και ανακηρύχθηκε επίτημος δημότης Μεσολογγίου. Το έργο εγινε και ταινία από την «ΑΝΖΕΡΒΟΣ» με τίτλο «Η λίμνη των πόθων», με πρωταγωνιστές την Γιώργο Φούντα, την Τζένη Καρέζη και την θριαμβεύτρια των Καλλιστείων 1958 «σταρ Ελλάς» Σόνια Ζωίδου. Η ταινία κέρδισε βραβεία σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Εγραψε σενάρια και για άλλες ταινίες, όπως η «Ζηλιάρα», με τη Ρένα Βλάχοπούλου και τον Γιώργο Κωνσταντίνου, παραγωγή της εταιρείας «Καραγιάννης-Καρατζόπουλος» και σκηνοθεσία Κωστα Καραγιάννη. Επίσης το «Ματωμένο χώμα», με πρωταγωνιστές τον Παντελή Ζερβό και τη Νόρα Κατσέλη, σε παραγωγή και σκηνοθεσία Βαγγέλη Μελισσινού. Έγραψε επίσης το κωμικό τηλεοπτικό κωμικό σήριαλ «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» -διασκευή από θεατρικό έργο του που δεν ανέβηκε ποτέ στη σκηνή- που μεταδόθηκε σε 20 συνέχειες από το κανάλι της ΕΡΤ. Υπάρχουν στο θεατρικό μουσείο δύο ακόμη έργα του που δεν γνώρισαν τον παράδεισο της σκηνής. Ειναι ο «Καταραμένος Αγιος», με 12 εικόνες και 30 ηθοποιούς που ζωντανεύει τη ζωή του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Κέρδισε εύφημο μνεία στον κρατικό θεατρικό διαγωνισμό. Επρόκειτο να το ανεβάσει ο Μάνος Κατράκης στο Πεδίο του Αρεως, αλλά δεν πρόλαβε γιατί αρρώστησε και ακολούθησε ο θάνατός του. Για δεύτερη φορά εγκρίθηκε από την επιτροπή του Εθνικού Θεάτρου την εποχή της χούντας των συνταγματαρχών, αλλά ήρθε η μεταπολίτευση και η νέα διοίκηση της Κρατικής Σκηνής αρνήθηκε να ανεβάσει έργο που είχε εγκριθεί από τη χουντική διοίκηση. Στο θεατρικό μουσείο αναπαύεται και ο «Πρώτος δημοκράτης», έργο επίσης πολυπρόσωπο που παρουσιάζει τη ζωή και το έργο του Ρόκου Χοϊδά, του πρώτου «κοινωνιστή-επαναστάτη», την εποχή που δεν είχε ακόμη εμφανιστεί ο κομμουνισμός. Το έργο κέρδισε έπαινο στον κρατικό θεατρικό διαγωνισμό. Τέλος, στο θεατρικό μουσείο υπάρχει και η άπαιχτη κωμωδία του «Ρήγας-ντάμα-βαλές» που είχε εγκριθεί από τον θίασο Παπάς-Λαμπέτη-Χόρν, αλλά δεν ανέβηκε ποτέ γιατί ο θίασος διαλύθηκε. Στην περίοδο της γερμανο-ιταλικής κατοχής βοήθησε στη σύνταξη της παράνομης εφημερίδα του ΕΑΜ «ΕΞΟΡΜΗΣΗ», η οποία κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι. Οταν τελείωσε ο πόλεμος, βρήκε συμπαραστάτη τον Κίμωνα Θεοδωρόπουλο (ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ «ΠΥΡΣΟΣ») και έστησαν το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ», με το σκεπτικό ότι χρειαζόταν ένα νεανικό περιοδικό για να αντικαταστήσει τη θρυλική «Διάπλαση των Παίδων» του Γρηγόρη Ξενόπουλου, ο οποίος ειχε πεθάνει στην κατοχή. Το πρώτο φύλλο ωστόσο απέτυχε και επειδή δεν υπήρχε οικονομική άνεση, ο Θεωδορόπουλος δεν μπορούσε να συνεχίσει. Τη λύση την έδωσε ο Μανώλης Σκουλούδης, προτείνοντας να αναλάβουν τη συνέχεια της έκδοσης οι Πέτρος και Σπύρος Δημητράκος, γιοί του Δημήτρη, του «Αρχαίου Εκδοτικού Οίκου» που είχε το βιβλιοπωλείο του στην πλατεία Συντάγματος. Εγκαταλείποντας την ξεπερασμένη πιά «συνταγή» της «Διάπλασης των Παίδων» έβγαλε ένα «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» αναγεννημένο, με έγχρωμο εξώφυλλο του Αλέκου Κοντόπουλου (που έγινε τακτικός συνεργάτης του περιοδικού μαζί με άλλους μεγάλους ζωγράφους), τυπωμένο σε οφσετ, με εικονογραφημένα αναγνώσματα (τα πρώτα «κόμικς» στην Ελλάδα) . Η επιτυχία ήταν τεράστια, καθώς εξελίχθηκε σε μέσον επικοινωνίας των αναγνωστών του. Μέσα από τις στήλες της αλληλογραφίας με τη ρουμπρίκα «Μεταξύ μας» οι φανατικοί αναγνώστες του αντάλασσαν ιδέες, απόψεις και πνευματικούς διαξιφισμούς. Ανθρωποι καταξιωμένοι σήμερα στον χώρο τους, ονόματα γνωστά, θεωρούν το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» αφετηρία για την εξέλιξη της ζωής τους, σε εκείνα τα δύσκολα μετακατοχικά χρόνια. Ειναι ακόμη σήμερα (2006) ζωντανή και δραστήρια μια όμορφη παρέα «μεταξυμάχων», ο Συνδεσμος Αναγνωστών και Συνεργατών Περιοδικού Ελληνόπουλο με 150 μέλη, που ιδρύθηκε το 1986. Φαινόμενο μοναδικό για ένα περιοδικό που έκλεισε πριν από μισόν αιώνα και πλέον. Μετά το «ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ» ακολούθησε το «ΣΙΝΕΑΚ» χωρις ιδιαίτερη επιτυχία και στη συνέχεια το επίσης βραχύβιο «ΜΕΓΑΛΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ». Με αυτό έδωσε τέλος στην εκδοτική του καριέρα για να επιστρέψει στην δημοσιογραφία, δουλευοντας κατά διαστήματα στις εφημερίδες «ΑΘΗΝΑΪΚΗ», «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» και για 4 χρόνια ως αρχισυντάκτης στο εβδομαδιαίο «ΕΜΠΡΟΣ» του Παράσχου. Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια επανέκδοσης του περιοδικού «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», σκάρωσε το θρυλικό «ΧΤΥΠΟΚΑΡΔΙ» με χορηγό τον εκδότη Μιχο Σαλίβερο. Στο ερωτικο-σπαζοκεφικό αυτό έντυπο συνεργάστηκαν υπογράφοντας με ψευδώνυμο γνωστοί λογοτέχνες, όπως ο Μ. Καραγάτσης, ο Κωστής Βελμύρας, ο Μανώλης Σκουλούδης, ο Νίκος Μαράκης, ο Θέμος Ποταμιάνος. Η επιτυχία ήταν τεράστια αλλά το πολέμησε μετα μανίας η εκκλησιαστική οργάνωση ΖΩΗ , ως «αισχρούργημα» με αλεπάλληλες μηνύσεις των μητροπολιτών σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Τελικά ο Σαλίβερος αναγκάστηκε να διακόψει την έκδοση για να μην βρεθεί στη φυλακή και ο Νίκος Τσεκούρας ολοκλήρωσε την περιπετειώδη 60 χρονων δημοσιογραφική του καριέρα στις εκδόσεις ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ. |
Δημητρης Βαρος
Κατάγομαι από τη Μυτιλήνη, γεννήθηκα στη Χίο το 1949 και μεγάλωσα στη Σάμο.
Σπούδασα δημοσιογραφία στο Λονδίνο και από το 1976 εργάζομαι σε αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά.
Έχω διατελέσει αρχισυντάκτης, διευθυντής σύνταξης και διευθυντής σε εφημερίδες όπως «Ακρόπολη», «Έθνος», «Πρώτη», «Έθνος της Κυριακής» και «Τύπος της Κυριακής» και σε πολλά οικονομικά, ναυτιλιακά, επιστημονικά και τεχνικά περιοδικά.
Σήμερα είμαι διευθυντής της «Τεχνοεκδοτική» που εκδίδει 7 μηνιαία περιοδικά.
Έχω εκδώσει 4 ποιητικά βιβλία («Ω ξειν…», «Ανδρομέδα», «Θηρασία», «Φρύνη») ενώ ένα πέμπτο βρίσκεται υπό έκδοση («Υπατία»). Ποιήματά μου έχουν δημοσιευθεί επίσης σε αρκετές ελληνικές και ξένες συλλογές καθώς και σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά. Μερικά έχουν περιληφθεί και σε δίσκους του Γιάννη Μαρκόπουλου τραγουδισμένα ή απαγγελμένα από τον Παύλο Σιδηρόπουλο, τη Μαρία Φωτίου, τον Δημήτρη Ζερβουδάκη, τη Βασιλική Λαβίνα, τους Βωξ και από τον ίδιο τον συνθέτη.
Αν και έχω πάντα ρόλο επιτελικού στα έντυπα που εργάζομαι, συνηθίζω να διατηρώ χρονογραφικές στήλες. Μια συλλογή από διαχρονικά ευθυμογραφήματά μου θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2008 με τίτλο «We are Greeks!».
Είμαι παντρεμένος με τη Δήμητρα Νικολάου και έχω δύο παιδιά, τον Γιώργο και την Μάγκυ.
Είμαι μέλος της Ένωσης Συντακτών (ΕΣΗΕΑ) και διεθνών Οργανώσεων ημερήσιου και περιοδικού Τύπου (WAN και FIPP).
ΝΙΚΟΣ ΜΕΡΤΖΟΣ![]() Νικόλαος Ι. Μέρτζος, Πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών από το 2006. Γεννήθηκε το 1936 στο πατρογονικό του Νυμφαίον σε παλαιά οικογένεια χρυσικών και εμπόρων εγκατεστημένη ήδη στη Θεσσαλονίκη, όπου διήλθε όλη του τη ζωή. Δικηγόρος, δημοσιογράφος και συγγραφέας 20 βιβλίων μέχρι το 2008. Από το 1955 επεδόθη επαγγελματικά στη δημοσιογραφία παράλληλα με τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Πρωτοστάτησε στο φοιτητικό κίνημα και στους εθνικούς αγώνες για την Κύπρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Αρχισυντάκτης από το 1966 εργάσθηκε σκληρά σε πολλές εφημερίδες, σε περιοδικά, στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση και στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Διακρίθηκε ιδιαίτερα στο χρονογράφημα, στο πολιτικό άρθρο και στην πολιτική ανάλυση σε εφημερίδες της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας. Ειδικός στα βαλκανικά ζητήματα. Ταξίδεψε σε όλον σχεδόν τον Κόσμο με επιτυχείς δημοσιογραφικές αποστολές. Εξ απορρήτων στενός συνεργάτης των αειμνήστων Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλή και Ευαγγέλου Αβέρωφ-Τοσίτσα, σύμβουλος του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Κ. Μητσοτάκη στα εθνικά θέματα 1990-1993. Διηύθυνε την ιστορική εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» και το περιοδικό «Μακεδονική Ζωή» καθ’ όλο το τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα. Μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και της Μακεδονικής Επιτροπής διέτρεξε όλη την Ελλάδα, την Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Βόρειο Αμερική επί 30 χρόνια για τη Μακεδονία. Για την προσφορά του τιμήθηκε με δεκάδες διακρίσεις από την Εκκλησία, τις Ένοπλες Δυνάμεις, Δήμους και οργανώσεις, την Κυπριακή Δημοκρατία, την ΕΟΚΑ, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, καθώς επίσης από τους Δήμους Τορόντο και Σκάρμπορω Καναδά. Από το 1995, εγκαταλείποντας σταδιακά τη δημοσιογραφία, αφιερώθηκε στο ερημωμένο πατρογονικό του Νυμφαίον, το οποίο ως Πρόεδρος της Κοινότητος επί τρεις θητείες οδήγησε στην Αναγέννηση και το ανέδειξε σε πανευρωπαϊκό πρότυπο ήπιας ανάπτυξης με σεβασμό στην πολιτιστική κληρονομιά και στη Φύση. Γι’ αυτό, το 2000 η Κοινότης Νυμφαίου τιμήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση με την «Ευρωπαϊκή Διάκριση Αναγέννησης Χωριού 2000» και το 2004 εξεπροσώπησε την Ελλάδα στη Συνάντηση της Ευρω-Μεσογειακής Συνεργασίας στις Συρακούσες της Σικελίας και το 2005 στην Σεβίλλη της Ισπανίας. Στις 9 Ιουνίου 2006, σε επίσημη τελετή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος του απένειμε το Βραβείο για τη συμβολή του στην ανάπτυξη του ήπιου τουρισμού και στην δημιουργία νέων τουριστικών προορισμών. O Nίκος Μέρτζος σήμερα… η πάνω φωτό είναι το χθες του! Στις 22 Σεπτεμβρίου 2006 ενωμένος ο Νομός Φλωρίνης τίμησε το έργο του και την προσωπικότητά του σε πανηγυρική συνεδρίαση μετά ομόφωνη απόφαση όλων των Δημάρχων, των Κοινοταρχών, των βουλευτών και του Νομάρχου του Νομού. Στις 20 Δεκεμβρίου 2006 ο Μητροπολίτης Καστορίας κ. Σεραφείμ του απένειμε τον Χρυσούν Σταυρόν της Παναγίας Μαυριωτίσσης, ανωτάτη διάκριση της Μητροπόλεως. ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Ν. Ι. ΜΕΡΤΖΟΥ 1. «Βορεινά Υστερόγραφα», 1966 και 1996, σελ. 118., 2. «Ο χρόνος που ζήσαμε μαζί», 1979, σελ. 704, 2 τόμοι. ,3. «Σβαρνούτ, το προδομένο αντάρτικο», 1980 δύο εκδόσεις, 1981, 1983 δύο εκδόσεις, 1984 δύο εκδόσεις, 1985, 1986, 2004, σελ. 500,4. «Ανασκόπηση», 1981, σελ. 692, 2 τόμοι. ,5. «Τα Δέκα Θανάσιμα Αμαρτήματα του Κ.Κ.Ε», 1984, 1985, 1986, σελ. 467. ,6. «Νέα Πορεία», 1984, σελ. 77. ,7. « Πράσινα Άλογα», 1984, σελ. 207. ,8. «Εμείς οι Μακεδόνες», 1986, 1987, 1989, 1991, 1993, 2004, σελ. 480, 2004 σελ. 583. 9. «Εγκώμια Θεσσαλονίκης», 1998, σελ. 461,10. «Τα Πατρώα», 1998, σελ. 515., 11. «Εξ απαλών», 1998, σελ. 285.,12. «Συμβόλαια Νεβέσκης», 1997, σελ. 42. ,13. «Αρμάνοι, οι Βλάχοι», 2000, 2001, 2002, σελ. 423. ,14. «Ενθύμια Νυμφαίου», 2003, σελ. 250. ,15. «Ελληνικά», 2004, σελ. 263. ,16. «Νυμφαίον, το ΄Ονομα του Παραμυθιού», Συλλεκτικό Λεύκωμα, 2006, σελ. 320, «Μίλητος». ,7. Ν. Ι. Μέρτζος – Κ. Ν. Πλαστήρας, «Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών Χρονικό 1939-2007, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 185. ,18. «Μακεδονία η γεωστρατηγική, η διαπραγμάτευση, η υπεράσπιση», Ε.Μ.Σ., Μακεδονική Βιβλιοθήκη αρ. 104, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 30. ,19. «Μικρασιατική Εκστρατεία», Ε.Μ.Σ.-Ερωδιός, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 200. .20. «Οδός Ελλήνων», εκδόσεις «΄Εφεσος», υπό έκδοση. ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ….. Μια συνέντευξη …που λέει πολλά για τον ξεχωριστό…αυτόν βλάχο από το Νυμφαίο,τον ΝΙΚΟ ΜΕΡΤΖΟ, Ο μονομάχος της αθέατης νύμφης… Kαθώς καλπάζει με τον Ιβάν, το άλογό του, στο δάσος του Νυμφαίου, είναι σαν να τραβάει για τη δική του μάχη ανάμεσα σε ετερόκλητα πρόσωπα και γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του, την περιοχή, τη χώρα. Καθώς καλπάζει, λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με τα Σκόπια, ο 72χρονος σήμερα Νίκος Μέρτζος ξεχνιέται. Aπελευθερώνεται. Zει τις δικές του στιγμές. Κάτι σαν μονομάχος. Αυτός και ο Ιβάν μόνοι, όπως το 1994, όταν ο «Μακεδόνας δημοσιογράφος» και ιστορικός πια αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Νυμφαίο, τη θρυλική Νεβέσκα, στη Φλώρινα και να αναστήσει ένα χωριό που μέχρι τότε μετρούσε τη ζωή στο ρυθμό των θανάτων. Τότε εκεί ζούσαν περί τους 35 γέρους. Δεκαπέντε χρόνια μετά το Νυμφαίο επισκέπτονται περισσότεροι από 60.000 άτομα από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Eγινε σημείο αναφοράς αλλά και συναντήσεων με αφορμή το πρόβλημα με τα Σκόπια και τις αλλαγές στα Βαλκάνια. Πολλές οι συναντήσεις (ίσως και… μυστικές), οι διαπραγματεύσεις, στις οποίες είχε πρωταγωνιστικό ρόλο ο κ. Μέρτζος, ο οποίος ήταν μεταξύ αυτών (των μυστικών συμβούλων) που χειρίστηκαν το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων επί κυβέρνησης Μητσοτάκη. «Τότε πολλές φορές τα είπαμε με τους γείτονες. Κάποια στιγμή είχαμε φτάσει στο σημείο να ανακοινώσουμε μαζί με τον Γκλιγκόροφ σε συνέντευξη Τύπου το όνομα “Σλαβομακεδoνία”, δυστυχώς όμως κάποιοι στην Ελλάδα αντέδρασαν και οι λόγοι δεν ήταν εθνικοί…». Εκείνη η στιγμή της ακύρωσης στην ουσία της συμφωνίας «ήταν η χειρότερη στιγμή της ζωής μου». Εκείνη η ημέρα, ήταν το 1994, έκρυβε πίκρα αλλά και συγκίνηση για τον Ελληνα με το «απότομον του χαρακτήρος του» και το… σήμα κατατεθέν μουστάκι του. «Oταν φτάσαμε στα ελληνικά σύνορα εμένα με συνόδευαν οι σωματοφύλακες του Γκλιγκόροφ και τους έδωσα ένα ποτό ως δώρο. “Θα το πάρουμε”, μου είπαν, “γιατί αγωνίζεσαι για το δικό μας συμφέρον”». Τα χρόνια πέρασαν. Το Σκοπιανό παραμένει ανοικτό και ο κ. Μέρτζος τώρα από τη θέση του προέδρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών προσπαθεί να προσφέρει επιχειρήματα στους διαπραγματευτές επικαλούμενος ιστορικά στοιχεία και να αντικρούσει τις απόψεις εκείνων «οι οποίοι δεν μπορούν να δουν πίσω από το όνομα τις επεκτατικές διαθέσεις των Σκοπιανών». Είναι απόλυτος. Οσο και αν διαφωνεί κανείς μαζί του, δεν μπορεί να του καταλογίσει εμπάθεια και ιδιοτέλεια. Αλλωστε έζησε ή άκουσε αυτά που για τους υπολοίπους φαντάζουν μακρινά. Να, λίγο πιο πάνω, στο λόφο της Τζέκα οι προύχοντες του Νυμφαίου και μεταξύ αυτών και οι συγγενείς του ξεπροβόδισαν για το μεγάλο αγώνα τον Παύλο Μελά. Οι κομιτατζήδες ανέβαλαν για μια μέρα την επίθεση στο χωριό για να γίνει η κηδεία της γιαγιάς του. Οι Τούρκοι πολλές φορές απείλησαν να κάψουν το χωριό. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι, οι Σλάβοι, η ξένη προπαγάνδα, οι ρουμανίζοντες, ο Από το 1936 που γεννήθηκε και μέχρι σήμερα ο κ. Νίκος Μέρτζος ακολουθεί τη δική του πορεία. Δηλώνει δεξιός. Στο σπίτι του κυριαρχούν οι φωτογραφίες της οικογένειας Καραμανλή αλλά και του Βενιζέλου. Ηταν ο πρώτος δημοσιογράφος που έμαθε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ότι θα εγκαταλείψει την Ελλάδα μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Και ο πρώτος που είδε τον Εμμανουηλίδη μετά τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ και τον άκουσε να του λέει: «Σήμερα δώσαμε ένα καλό μάθημα στον Λαμπράκη». Την είχε καυτηριάσει τη δολοφονία. Κάποιοι τον κατηγόρησαν για αυτό. «Και τι με ένοιαζε. Εγώ δεν φοβόμουν κανέναν. Δυστυχώς δεν φοβάμαι τίποτε. Μόνο να πεθάνω όρθιος θέλω…». Κοντά στα γεγονότα 54 χρόνια «Εμείς οι Βλάχοι δεν ξεφεύγουμε από τις ρίζες μας» Με την πάροδο του χρόνου, το χωριό, με τους 1.500 κατοίκους, τους εμπόρους, τους χρυσοχόους, τους επιστήμονες, άρχισε να φθίνει. Το 1994 το χωριό δεν ξεπερνούσε τους 35 κατοίκους. Τότε ο κ. Μέρτζος αποφάσισε να θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος. Εξελέγη, και από τότε άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Εκείνη την περίοδο ο γνωστός επιχειρηματίας, κ. Γιάννης Μπουτάρης, είχε φτιάξει έναν ξενώνα, ανοίγοντας, στην ουσία, το δρόμο για την τουριστική αξιοποίηση της περιοχής. «Διαπίστωσα ότι υπήρχαν πολλά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία θα μας βοηθούσαν. Το Δημόσιο καθυστερούσε και τότε στράφηκα σε ιδιώτες φίλους μου να εκπονήσουν μελέτες και δεν έφτανε που το έκαναν δωρεάν, τους φώναζα κιόλας». Και μετά ήρθαν οι χρηματοδοτήσεις και η συμπαράσταση από τους Γ. Παπανδρέου, Κ. Λαλιώτη, Βάσω Παπανδρέου, μέχρι και την κ. Αννα Διαμαντοπούλου. Ο γιος του Γιάννη Μπουτάρη, ο Μιχάλης -«εμείς τον φωνάζουμε Μίκη, γιατί τους Μιχάληδες έτσι τους φωνάζουμε, προς τιμήν του Παύλου Μελά, που αγωνίστηκε εδώ με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας»-, μίλησε στον κ. Μέρτζο για τον «Αρκτούρο». «Είναι παιδιά που περιθάλπουν τις αρκούδες, που τις βασανίζουν οι γύφτοι». «’’Εντάξει’’, είπα και τους δώσαμε 120 στρέμματα στο βουνό». Ο «Αρκτούρος» έκανε ακόμη περισσότερο γνωστή την περιοχή. Ο αριθμός των επισκεπτών αυξήθηκε και συνεχίζει να αυξάνεται. Νέες μονάδες χτίζονται, νέα καταστήματα. «Οσο ζω, θα το λέω: εμείς εδώ θέλουμε μια ήπιας μορφής ανάπτυξη. Δεν θα επιτρέψω ποτέ να γίνει χιονοδρομικό κέντρο. Θέλουμε να χαρούμε το περιβάλλον και όχι να το καταστρέψουμε. Και το λέω εγώ αυτό, που μέχρι και άλογα από τις Αλπεις έφερα, για να εξυπηρετούνται οι επισκέπτες». Το άνω κείμενο είναι του ΠΑΝΟΥ ΜΠΑΪΛΗ —————————————-
Τάκης Λαμπρίας αριστερά και ο Νάσος Μπότσης ,ο αμέσως πιο πάνω βιογραφούμενος, ιδρυτής του Ιδρύματος Δημοσιογραφίας που απονέμει κάθε έτος …βραβεία σε ανθρώπους του Τύπου Ο Παναγιώτης Λαμπρίας γεννήθηκε το 1926, ήταν παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών, ήταν δικηγόρος, δημοσιογράφος και στενός συνεργάτης του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Λαμπρίας ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομία τη δεκαετία του ’50 από την εφημερίδα «Εμπρός» ως συντάκτης ύλης και το διάστημα που ακολούθησε πέρασε από διάφορες διευθυντικές θέσεις σε πολλές εφημερίδες. Από το 1961 έως το 1967 υπήρξε διευθυντής της εφημερίδας «Μεσημβρινή» και το 1968 αυτοεξορίστηκε στο Λονδίνο, όπου υπήρξε εκδότης και διευθυντής του περιοδικού «Greek Report». Ο Τάκης Λαμπρίας,λίγο πριν την χούντα! Βουλευτής με το ψηφοδέλτιο της ΝΔ εξελέγη για πρώτη φορά το 1974, ευρωβουλευτής το 1984 και ήταν μία θέση την οποία κράτησε μέχρι και τα τελευταία χρόνια. Στις 8 Δεκεμβρίου του 1989 εξελέγη μέλος της κεντρικής επιτροπής της ΝΔ, ενώ την περίοδο 1977-81 διετέλεσε γενικός γραμματέας του ΕΟΤ. Στο ενεργητικό του περιλαμβάνεται και συγγραφή βιβλίων, το Νοέμβριο του 1995 παρουσίασε το βιβλίο του «Κωνσταντίνος Καραμανλής: επίλεκτα κείμενα». Το 1996 εξελέγη για πρώτη φορά αντιπρόεδρος της ομάδας του ΕΛΚ, ενώ στις 14 Απριλίου του 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος της ελληνικής Επιτροπής για την Ευρωπαϊκή Ενωση. ——————————-
|
ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ Φ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
(1905-1991)
Από τους πιο σημαντικούς δημοσιογράφους… Μεγάλη προσωπικότητα. Δυστυχώς –και θα το κακίζουμε πάντα εδώ κι από άλλα δημοσιογραφικά μετερίζια μας,… η σημαντική αυτή δημοσιογραφική ογκώδης προσωπικότητα τελεί σε καραντίνα-αποκλεισμό- από τα ισχνά, θλιβερά τζουτζέκια εγχρώμων ιδεολογιών. Ναι ο Παπακωνσταντίνου διετέλεσε Υπουργός Κυβερνήσεων της Χούντας Παπαδόπουλου… Ο ίδιος έπασχε από αλεργία για τη χούντα-και δεν μπορούσε να γίνει αλλοιώς, λόγωτης ευρυτάτης μεν παιδείας αλλά και της ανθρώπινης ιδιοσυστάσεώς του. Ευεργέτησε τον δημοσιογραφικό κλάδο με Νομοθετήματα που ισχύουν και σήμερα… Οι δε ευεργετηθέντες κωφεύουν… σήμερα. Κι ενώ –τρώνε εξ αυτού- … του αποδιοπομπαίου… δεν αισθάνθηκαν επί μισόν περίπου αιώνα της πολιτικής μεταλλαγής να τον τιμήσουν… να του φτιάξουν ΑΓΑΛΜΑ… έτσι γι αυτά που τρώνε…Τίποτε…άλλο ! Το μπουρδέλο της αριστερίστικής προπαγάνδας… δεν τους αφήνει! Μα καλά εσείς υπό Σόμπολο τέτοια υποκείμενα είστε; Αλλά το προλάλησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος… Ουδείς πλέον αχάριστος από τον ευεργετιθέντα!… Τα όσα βιογραφούμενα περί Θεοφύλακτου, θα δείτε πιο κάτω…προέρχονται από κάποιο Μοναστηριώτη, προφανώς εγγόνό του, που προς τιμή του τα πήρε στο κρανίο… κι ορθώς αντιδρά προς την ηλιθιότητα. Θα προσπαθήσουμε να σας δώσουμε και άλλα ψήγματα του μεγάλου δημοσιογράφου… τον οποίον και υμνούν … οι πάντες! …και που είχαμε φυσικά την τιμήνα γνωρίσουμε…
Δείτε πιο κάτω …κι όσα δεν δείτε… θα τα δείτε στο blog ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ Φ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (1905-1991) http://theofilaktos-papaconstantinou.blogspot.com
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Θ.ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ!
Ο αρθρογράφος, πολιτικός και κοινωνικός αναλυτής, και ιστορικός Θεοφύλακτος Φ. Παπακωνσταντίνου γεννήθηκε στο Μοναστήρι (Μπίτολα) της Σερβίας το 1905 και σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία, ιστορία και παιδαγωγικά στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διετέλεσε συντάκτης επί της ύλης και συνεργάτης της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας» (1928-1934), συντάκτης της εφημερίδας «Ανεξάρτητος» (1934-1936), συντάκτης και αρχισυντάκτης της «Πρωίας» (1936-1943), αρχισυντάκτης και αρθρογράφος της «Ελευθερίας» (1945-1949), αρθρογράφος της (1949-1963), αρθρογράφος της «Μεσημβρινής» (1963-1967) και συνεργάτης πολλών περιοδικών και του Ε.Ι.Ρ. (1950-1953 και 1959-1964). Κατά την εχθρική κατοχή εξέδωσε με συναδέλφους του την εφημερίδα της εθνικής αντιστάσεως «Μαχομένη Ελλάς» (Αύγουστος 1942-Οκτώβριος 1943), όπου έγραφε τα κύρια άρθρα και πολλά άλλα κείμενα. Τον Οκτώβριο του 1943 διέφυγε στη Μέση Ανατολή (Κάιρο), επειδή είχε προδοθεί η παράνομη αρθρογραφία του και θα συλλαμβανόταν από τους Γερμανούς. Εκεί υπηρέτησε την εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση ως Διευθυντής Τύπου της Ελληνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (1943-44). Μετά την επιστροφή του, υπήρξε για μικρό χρονικό διάστημα Γενικός Διευθυντής Εσωτερικού Τύπου. Ύστερα από έγγραφη έκκληση της Ε.Σ.Η.Ε.Α. (βλ. αντίστοιχο θέμα), διετέλεσε υφυπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (1967) και υπουργός Εθνικής Παιδείας (1967-1969), για την επίλυση των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων του ασφαλιστικού ταμείου της. Τα οικονομικά προβλήματα των δημοσιογράφων λύθηκαν με τον ισχύοντα μέχρι σήμερα Α.Ν. 248/1967 (ίδρυση Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. και Ταμείου Υγείας, επίλυση οικονομικών προβλημάτων δημοσιογράφων, εφαρμογή αγγελιόσημου, ανάκτηση πωληθέντος μεγάρου δημοσιογράφων κ.ά.) που συνέταξε ο ίδιος. Υπέβαλε την παραίτησή του στις 5.4.1969, η οποία έγινε δεκτή στις 18.6.1969, όταν διεφάνη ότι δεν θα πραγματοποιούνταν οι υπεσχημένες από τη στρατιωτική δικτατορία εκλογές. Στη συνέχεια, συνέγραψε την «Πολιτική Αγωγή» (1970), η οποία εισήχθη ως μάθημα στα σχολεία. Τα συγγραφικά του δικαιώματα απ΄ αυτήν ανήρχοντο σε 2 εκ. δραχμές της εποχής, τα οποία και δώρισε στο Ελληνικό Κράτος. Κατόπιν, διετέλεσε αρθρογράφος της εφημερίδας «Ακρόπολις» (1972-1985).
Εκτός από πληθώρα άρθρων σε λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, εφημερίδες και περιοδικά συνέγραψε και πληθώρα βιβλίων (βλ. αντίστοιχο θέμα). Έχει ακόμη μεταφράσει έργα του Κ. Μάρξ, του Σ. Φρόυντ, του Κ. Ζίντ, του Σ. Χούκ, κ.ά. Έχει τιμηθεί με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το έργο του «Ανατομία της Επαναστάσεως», με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικα, με το Μεγαλόσταυρο του Παναγίου Τάφου, με τον Τίμιο Σταυρό Α’ Τάξεως του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειας και με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος Γεωργίου Α’. Έχει επίσης αναγνωριστεί με δίπλωμα η αντιστασιακή του δράση κατά την Κατοχή.
Αξίζει να αναφερθεί πως το σύνολο των άρθρων του ανέρχεται σε 7.576 και έχει υπολογισθεί ότι εκτυπούμενα θα κατελάμβαναν 135 τόμους των 10 τυπογραφικών έκαστος (ή 160 σελίδων) και με σύνολο σελίδων 21.600, δηλαδή μία ολόκληρη βιβλιοθήκη….
υκλοπαίδειες, εφημερίδες και περιοδικά συνέγραψε και πληθώρα βιβλίων (βλ. αντίστοιχο θέμα). Έχει ακόμη μεταφράσει έργα του Κ. Μάρξ, του Σ. Φρόυντ, του Κ. Ζίντ, του Σ. Χούκ, κ.ά. Έχει τιμηθεί με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το έργο του «Ανατομία της Επαναστάσεως», με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικα, με το Μεγαλόσταυρο του Παναγίου Τάφου, με τον Τίμιο Σταυρό Α’ Τάξεως του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειας και με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος Γεωργίου Α’. Έχει επίσης αναγνωριστεί με δίπλωμα η αντιστασιακή του δράση κατά την Κατοχή. Αξίζει να αναφερθεί πως το σύνολο των άρθρων του ανέρχεται σε 7.576 και έχει υπολογισθεί ότι εκτυπούμενα θα κατελάμβαναν 135 τόμους των 10 τυπογραφικών έκαστος (ή 160 σελίδων) και με σύνολο σελίδων 21.600, δηλαδή μία ολόκληρη βιβλιοθήκη….
———————————-
Πέτρος Ξ. Λεβαντής
Ο Πέτρος Ξ. Λεβαντής γεννήθηκε το 1891 στη συνοικία Ταταύλα στην Κωνσταντινούπολη όπου μεγάλωσε και σπούδασε. Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής και, επίσης, της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Το 1914, αρνούμενος να στρατευθεί στον οθωμανικό στρατό, με την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, απέδρασε και εγκαταστάθηκε, μέχρι τον θάνατό του, στη Θεσσαλονίκη όπου επεδόθη στη δημοσιογραφία.
Κατά τον Εθνικό Διχασμό στρατεύθηκε με πάθος στο πλευρό του Βενιζέλου και ανέλαβε Διευθυντής του Γραφείου Τύπου στην Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης. Επιδόθηκε στη δημοσιογραφία για να υπηρετήσει την Πατρίδα.
Το 1928 πρώτη φορά εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, οπότε του απεδόθη το προσωνύμιο «Το παιδί του Λαού». Μετείχε ευθύς αμέσως στην κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου ως Υφυπουργός Συγκοινωνιών. Επανεξελέγη βουλευτής το 1932. Στη Θεσσαλονίκη πρωταγωνίστησε σε όλα τα βενιζελικά κινήματα, 1933 και 1935. Το 1935 φυλακίσθηκε στη Λάρισα όπου δικάσθηκε στο ΄Εκτακτο Στρατοδικείο και καταδικάσθηκε σε κάθειρξη αντιμετωπίζοντας την ποινή του θανάτου. ΄Ηταν εξαιρετικά γενναίος και παράτολμος, αφιλοκερδής και αφοσιωμένος στις ιδέες του.
Το 1936 επανεξελέγη βουλευτής Φιλελευθέρων και εξέδωσε την βενιζελική εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» που το ακρωνύμιό του «Ε.Β.» παρέπεμπε στα αρχικά του ονόματος Ελευθέριος Βενιζέλος. Στην πρώτη σελίδα του πρώτου φύλλου δημοσιεύθηκε φωτογραφία της συζύγου του εξορίστου στο Παρίσι Ελ. Βενιζέλου ΄Ελενας Σκυλίτση με θερμή αφιέρωση. ΄Εως τότε ήταν Διευθυντής και αρθρογράφος στη «Μακεδονία» όπου μάλιστα κατείχε και ένα μικρό ποσοστό ιδιοκτησίας. Απεχώρησε και με όσα απεκόμισε από τη «Μ» ίδρυσε τον «Ε.Β.». Είναι ο μοναδικός εκδότης που, αμέσως μετά την 4η Αυγούστου, έκλεισε αυτοβούλως την εφημερίδα του διαμαρτυρόμενος κατά της δικτατορίας που, κατόπιν τούτου, τον εξόρισε στη Ζάκυνθο. Παρέμεινε εξόριστος -και στην Αιδηψό- μέχρι την 28η Οκτωβρίου 1940.
Τον Σεπτέμβριο 1936, ενώ τελούσε εξόριστος, γεννήθηκε η μονάκριβη κόρη του Αναστασία-Ιολάνδα Π. Λεβαντή, γνωστή ως Τέσα, την οποία αρνήθηκε πεισματικά να βαφτίσει υπό συνθήκες αιχμαλωσίας, ξένης Κατοχής και Εμφυλίου. Η Τέσα βαφτίσθηκε τελικά δώδεκα ετών, το 1948, στη Θεσσαλονίκη. Νονοί της ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο Σοφοκλής Βενιζέλος και ο Λεωνίδας Ιασονίδης – πολιτικός, εμβληματική μορφή του Ποντιακού Ελληνισμού.
Τον Απρίλιο 1941, ευρισκόμενος στην Αθήνα μετά την προ ολίγων μηνών απελευθέρωσή του, οργάνωσε τον επαναπατρισμό των Μακεδόνων και Θρακών στρατιωτών από τη Νότιο Ελλάδα όπου είχε διαλυθεί το Στράτευμα. Μετείχε στην δραστήρια Επιτροπή Μακεδόνων και Θρακών στην Αθήνα κατά την Κατοχή αλλά σύντομα επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, όπου οι Γερμανοί τον έθεσαν σε κατ’ οίκον περιορισμόν. Παρά ταύτα μετείχε στην Εθνική Αντίσταση και ανεδείχθη Πολιτικός Σύμβουλος της ΠΑΟ, διατηρώντας παράλληλα στενούς δεσμούς με τον ΕΔΕΣ των Βενιζελικών.
Το 1944, λίγο πριν την Απελευθέρωση, κατήλθε στην Αθήνα. Ανέλαβε Υπουργός Προνοίας στην Απελευθερωτική Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου και με την ιδιότητα αυτή, μετά τη Βάρκιζα, ανήλθε στη Μακεδονία και διέσωσε στην Αριδαία όσους ομήρους του ΕΛΑΣ δεν είχαν εντωμεταξύ εκτελεσθεί ή λυντσαρισθεί.
Το 1945 επανεξέδωσε τον «Ε.Β.» με την ίδια πολιτική. Επειδή, όμως, δρούσε ως Υπουργός και βουλευτής στην κεντρική σκηνή, προσέλαβε Διευθυντή τον Βασίλη Μεσολογγίτη και τεχνικό διευθυντή τον Χρήστο Χιωτόπουλο χωρίς καμιά γραπτή συμφωνία διότι αμελούσε αγέρωχα το χρήμα και τις προσωπικές του υποθέσεις, αφιερωμένος στα κοινά. ΄Εκτοτε στην προμετωπίδα του «Ε.Β» αναφέρεται ως ιδρυτής.
Το 1952, επί κεφαλής 42 βορειοελλαδιτών πολιτικών και στελεχών των Φιλελευθέρων, προσεχώρησε στον Στρατάρχη Παπάγο, ο οποίος το 1935 ως Διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού, κατά το κίνημα Πλαστήρα, τον είχε συλλάβει και παραπέμψει στο ΄Εκτακτο Στρατοδικείο Λαρίσης με Διαταγή του που ζητούσε την εκτέλεσή του!
Τότε, το 1952, άλλαξε γραμμή ο «Ε.Β.» που, όμως, σ’ όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου εξέφραζε την δεξιά πτέρυγα των Φιλελευθέρων και υπερασπίζονταν την Μακεδονία, απειλουμένη τότε ανοικτά από τους αντάρτες με απόσχιση-ενσωμάτωση στη Γοιυγκοσλαβία. ΄Ετσι ο «Ε.Β.», με ενεργό συνεργασία και του Γεωργίου Μόδη, κατέστη μέχρι τέλους, το 2000, σχολή του Μακεδονικού Ζητήματος και καθημερινό όργανο μάχης υπέρ των εθνικών θεμάτων για τη Μακεδονία, τη Θράκη και την Κύπρο.
Από το 1952 παρέμεινε συνεχώς Υπουργός (Προνοίας, Γεωργίας και Εθνικής Παιδείας) στις κυβερνήσεις Παπάγου και μετά Καραμανλή. Ασθενής από το 1936, με εγχείρηση στο στομάχι, παρέμεινε πολεμιστής με ακατάβλητη ψυχή. Απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη, τον Νοέμβριο 1957 εν ενεργεία Υπουργός Εθνικής Παιδείας.
Κορίδης Γιάννης
|
Όλες τις καταξιώσεις καταξιωμένων αναφέρετε εδώ, ή επιλεκτικά κατεστημένων΄, φίλων, συστημικών, συζητημένων κ.λπ.;
Ευχαριστώ.
Δεν κάνουμε καμιά διάκριση. Αρκεί κάποιος να είναι δημοσιογράφος επαγγελματίας, Θα χαρούμε αν έχετε δημοσιογράφους που δεν έχουν καταχωρηθεί στο ΑΛΜΑΝΑΚ. Παρακαλούμε βοηθείστε μας. Δεν είναι εύκολη η καταγραφή.